Από τους λόγους του οσίου Πορφυρίου:
Όπως εκείνος, έτσι και από τά πνευματικά του παιδιά, ζητούσε νά συνοδεύουν τις προσευχές τους μέ, όσο μπορούσαν, περισσότερες μετάνοιες.
Επειδή, όμως, μέ τή χάρη πού είχε άπό τό Θεό, γνώριζε ότι έγώ δέν έπραττα τήν επιθυμία του, θέλησε νά μού μιλήσει γιά τό θέμα αυτό.
Αλλά, ευγενής όπως ήταν πάντα, δέν ήθελε νά μέ ρωτήσει ευθέως, εάν έγώ κάνω μετάνοιες- και γιά έναν πρόσθετο μάλιστα λόγο, ότι έγώ τότε ήμουν πολύ νεαρός, άρχισε μέ ένα εντελώς, κατ’ έμέ άσχετο μέ τήν προσευχή, θέμα και συγκεκριμένα μού μιλούσε γιά τή γυμναστική και τά ευεργετικά της αποτελέσματα στον ανθρώπινο οργανισμό.
Έτσι, γιά κάθε είδος ασκήσεως, δικαιολογούσε επιστημονικά σέ ποιο ή σέ ποια μέλη τού σώματος ωφελεί. Μέ τον τρόπον αυτό έφθασε και στους κοιλιακούς μύς και στο σημείο αυτό μέ ρώτησε, εάν γνωρίζω πώς μπορούμε να δυναμώσουμε τους κοιλιακούς μυς.
Έγώ, φυσικά, δήλωσα άγνοια.
-Και όμως, μου λέει, έπρεπε νά γνωρίζεις, άφού είσαι επιστήμων. Αφού, όμως, δεν τό έχεις υπόψη, θά σου το πω έγώ. Πρώτα, όμως, θά σέ ρωτήσω κάτι: Κάνεις μετάνοιες;
– Άφού τό γνωρίζετε, Παππούλη μου, ότι δεν κάνω, γιατί μέ ρωτάτε; ήταν ή απάντηση μου.
– Σέ ρωτάω για νά τό βεβαιώσεις ό ίδιος και στή συνέχεια νά σού πω, ότι ή καλύτερη γυμναστική, για τό δυνάμωμα των κοιλιακών μυών είναι οί μετάνοιες! Μη γελάς. Έτσι είναι. Όταν κάνεις μετάνοιες, ωφε λείσαι διπλά. Δηλαδή οί μετάνοιες ωφελούν τήν ψυχή, άλλα παράλληλα και τό σώμα εκείνου πού τις κάνει. Άρκεϊ αυτές νά μή γίνονται γιά τό δεύτερο.
Και η μεν ψυχή ωφελείται, γιατί μέ τόν τρόπο αυτό ζητά τήν συγχώρηση και τό έλεος του Θεού, το δέ σώμα διότι, χωρίς νά τό ξέρει ό πολύς ό κόσμος, ασκούνται κατά τόν πλέον άριστο τρόπο οί κοιλιακοί μύες. Αυτό, βέβαια, δέν τό λέγω στον κόσμο. Τό λέγω μόνο σέ σένα, πού μέ καταλαβαίνεις και δέ θέλω νά τό συζητήσεις μέ άλλους.
Όμως, σού συνιστώ νά κάνεις μετάνοιες, όσες μπορείς περισσότερες. Αρχισε στην αρχή μέ λίγες και κάθε μέρα πού περνά, νά προσθέτεις και άπό έναν σταθερό αριθμό, μέχρι νά φθάσεις σέ ένα σημείο, πού εσύ θά νομίσεις ότι αντέχεις.
Έξαλλου, ό ίδιος ό οργανισμός μας προειδοποιεί γιά τά όρια αντοχής του και ανάλογα καθορίζουμε και τόν αριθμό των μετανοιών μας. Ύστερα, δέν είναι υποχρεωτικό, οπωσδήποτε, νά φθάσουμε, καθημερινά, τόν ίδιο αριθμό.
Αυτό θά εξαρτηθεί άπό πολλούς παράγοντες. Όπως είναι ή ψυχική διάθεση, ή κούραση και τέλος ή υγεία μας. Εκείνο πού έχει σημασία είναι, νά αρχίσει κανείς έφ’ ενός, και άφ’ έτερου, οί μετάνοιες νά συνοδεύονται άπό πραγματική μεταμέλεία, για τά όσα αμαρτήματα έχουμε διαπράξει και να ζητάμε με όλη τήν δύναμη της ψυχής μας, νά μάς συγχωρήσει ό Κύριος.
Ακόμη, θα μπορούσαμε, καθ’ ον χρόνον κάνουμε τις μετάνοιες, νά λέμε και το «Κύριε Ίησου Χριστέ ελέησαν με».
Ό συνδυασμός αυτών των δύο είναι ό,τι καλύτερο μπορεί νά γίνει. Και ό Κύριος όχι μόνο θα μάς ακούσει, άλλα καί θά μάς συγχωρήσει, όταν μάλιστα αυτό δεν Του το ζητάμε μόνο μέ τά χείλη, άλλα άπό τά βάθη τής ψυχής μας, ανεξάρτητα αν ή ψυχή αυτή είναι κοντά στο Χριστό ή είναι αμαρτωλή καί εγκλωβισμένη μέσα στά δίχτυα τού σατανά· γιατί, όπως όλοι μας έχουμε υπόψη μας, ό Ίησοϋς δε σταυρώθηκε γιά τους πιστούς καί άναμάρτητους, άλλα γιά τους απίστους καί τους αμαρτωλούς.
Ο πατήρ Πορφύριος συνόδευε, πάντοτε, τις προσευχές του μέ πολυάριθμες μετάνοιες. Αυτό έκανε άπό παιδί. Βέβαια, τότε ήσαν περισσότερες σέ αριθμό, σε σύγκριση μέ εκείνες πού έκανε, όταν ήλθε το γήρας, πού, δυστυχώς γιά εκείνον καί γιά εμάς, τον συνόδευαν ανίατες καί βασανιστικές αρρώστιες, οί όποιες έγιναν αιτία νά μήν μπορεί νά προσφέρει στον κόσμο όσα έπρεπε ή όσα, τουλάχιστον, εκείνος ήθελε. [Κ 77-9]
Από το βιβλίο: Ανθολόγιο Συμβουλών γέροντος Πορφυρίο