Κανένας, ποτέ, δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό ἐπειδή θέλησε νά γίνει καλύτερος!
Κανένας, ποτέ, δέν ἔφυγε ἀπό τήν ἐκκλησία, ἐπειδή δυσκολευόταν νά κατανοήσει τό πιστεύω της!
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν ξεκόβει ἀπό τήν ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό γιά κάποια λογική αἰτία· γιά κάτι τό καλύτερο, τό πνευματικότερο, τό ἁγιώτερο.
Τότε, γιατί φεύγει; γιατί ξεκόβει; γιατί ἀπομακρύνεται; Ἁπλά γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τόν «στενεύει». Καί ἔτσι προτιμάει κάτι «ἄλλο»!
Ὁ Χριστός στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου ἀναφέρει τρεῖς αἰτίες, τρεῖς λόγους πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά γυρίζει τήν πλάτη του στόν Θεό: τόν ἐγωισμό, τά ἐγκόσμια, τό sex.
Στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου:
• ὁ πρῶτος προσκεκλημένος ἀρνήθηκε τήν πρόσκληση τοῦ Ἄρχοντα γιά τό Βασιλικό Δεῖπνο, γιατί, λέει, εἶχε ἀγοράσει χωράφι·
• ὁ δεύτερος, γιατί ἤθελε νά δοκιμάσει τά πέντε ζευγάρια βόδια· καί
• ὁ τρίτος, ἐπειδή παντρεύτηκε.
Σέ πρώτη ματιά, ἄν τά ἰδεῖ κανείς αὐτά (τίς δικαιολογίες) δέν βρίσκει σ᾽ αὐτές κάτι τό μεμπτό. Τότε γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «κανένας ἀπό αὐτούς δέν θά γευθῆ τό Δεῖπνο μου» (Λουκᾶ 14, 24); Ποῦ ἦταν τό λάθος τους; Σέ τί ἔσφαλαν; Ἁπλούστατα ἔκαμαν λάθος ἀξιολόγηγη· λάθος ἱεράρχηση· λάθος ἐκτίμηση. Ἔδωσαν προτεραιότητα σέ ὑλικά καί δευτερεύοντα· καί ὄχι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
Ἡ πρώτη αἰτία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή μακριά ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν τό ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπό αὐτάρκεια καί αὐταρέσκεια καί πιστεύει ὅτι τά ξέρει ὅλα· καί ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη διδασκαλίας ἀπό κανένα· οὔτε ἀπό τόν Θεό! Ἡ ὑπερηφάνεια συνήθως εἶναι ἕνα φαινόμενο πού παρατηρεῖται ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἡ λίγη γνώση πού ἀπέκτησαν, μπαίνει σέ ἄδειο κεφάλι, καί ἐνεργεῖ ὅπως τό κρασί σέ ἄδειο στομάχι!
Δεύτερη αἰτία εἶναι τά ἐγκόσμια-τά ὑλικά. Ἡ ψυχή ἀπορροφᾶται τόσο πολύ μέ τίς δραστηριότητες, τίς ἡδονές, τήν προσωρινή ἀσφάλεια… πού ὁ Θεός θεωρεῖται πιά σάν μιά περιττή, παραπανίσια, εὐλάβεια.
Ἡ ζωή τέτοιων ἀνθρώπων καταντάει τόσο ἐξωστρεφής πού ἡ πνευματική ζωή (ἡ ζωή τοῦ ἔσω ἀνθρώπου) πιά ἀφανίζεται καί οὐσιαστικά ἐκμηδενίζεται! Σ᾽ αὐτήν τήν κατηγορία ἀνήκουν οἱ πολιτικοί· οἱ κοινωνικά ἀναρριχώμενοι (ἐκεῖνοι πού κυνηγᾶνε τά ἀξιώματα)· καί φεύγουν ἀπό τήν ἐκκλησία γιατί τάχα μέ τόν σταυρό δέν μπορεῖς νά πᾶς μπροστά.
Καί τρίτη αἰτία εἶναι ἡ σάρκα· τό sex· ὅταν ἡ αἰσθησιακή ἐμπειρία ἔχει προβάδισμα ἔναντι τοῦ πνεύματος. Τότε ἡ θυσία γίνεται ὅλο καί πιό ἐνοχλητική· καί τό σῶμα καταντάει ἀντικείμενο λατρείας. Καί ἡ ἄσχημη ζωή ὁδηγεῖ σέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως τό κακό δέν σταματάει ἐδῶ! Συνεχίζεται!
Καί ἔρχεται τό ἑπόμενο βῆμα…
Γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος, στρέφεται ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας! Θά τόν ἀκούσεις νά λέει: Ἐγώ δέν πιστεύω στήν ἐξομολόγηση! Καί θέλει νά πεῖ: Ναί, τό παραδέχομαι ζῶ στήν ἁμαρτία, μά ἐπειδή δέν θέλω νά τήν διακόψω, θά καλύψω τήν ἐνοχή μου μέ ἕνα λογικοφανές κάλυμμα πολεμώντας τό φάρμακο!
Καί ὅταν εἰρωνεύεται ἐκείνους πού πιστεύουν στήν ὕπαρξη τῆς κόλασης καί τούς χαρακτηρίζει ἠλίθιους, στήν πραγματικότητα εἶναι σάν νά λέει: γνωρίζω πολύ καλά πώς ὅ,τι σπείρω θά θερίσω· καί ἐπειδή θερίζω γιά τόν ἑαυτό μου κακό, κλῆρος μου θά εἶναι ἡ κόλαση. Μά, ἡ σκέψη αὐτή, ἐπειδή μέ τρομάζει, ὁ μόνος τρόπος γιά νά ἔχω «ἥσυχη» τήν συνείδησή μου εἶναι νά ἀρνηθῶ τήν ὕπαρξή της (τῆς κόλασης)!
Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί:
Ἄς προσέχωμε:
• Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τό θάρρος νά ἰδεῖ τήν πραγματικότητα – τίς ἀληθινές αἰτίες πού τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό – θά καταφεύγει συνεχῶς στό καμουφλάρισμά τους καί στήν δικαίωσή του!
Ἄς μή ξεχνᾶμε:
• Ἡ μόνη διαφορά ἀνάμεσα σέ ἕνα ὀρθολογιστή καθηγητή πανεπιστημίου καί ἕνα πνευματικά καθυστερημένο, εἶναι ὅτι, ἀπό τόν πρῶτο θά ἀκούσεις πιό «παράλογες» δικαιολογίες!
Fulton Sheen (Καθηγητής Ψυχολογίας)