Τὸν καιρὸ τῆς πνευματικῆς δράσεως τοῦ Γέροντος Ἰακώβου τῆς Βίτσας, τοῦ Ἁγίου τοῦ Ζαγορίου, τοῦ διδασκάλου τοῦ Ὁσίου Παϊσίου, (1870-1960), στὸ γειτονικὸ Μονοδένδρι εἶχε ἐπιστρέψει ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ μετὰ ἀπὸ πολυετῆ ἐπιτυχῆ ἀποδημία ἕνας χωριανός, ποὺ μαζὶ μὲ τὰ χρήματα ἔφερε στὸν τόπο του καὶ τὸ μικρόβιο τοῦ πνευματισμοῦ.

Ἐκεῖ στὸ ἐξωτερικὸ εἶχε παρασυρθεῖ ὁ δύστυχος καὶ εἶχε ἐμπλακεῖ στὰ δίχτυα τοῦ πνευματισμοῦ, ποὺ εἶναι δαιμονικὴ ἐπιχείρηση καμουφλαρισμένη. Αὐτὴ ἔχει στηθεῖ ἀπὸ τὸν πολυμήχανο ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸν καταστροφέα τῶν ψυχῶν, τὸν διάβολο.

Παρουσιάζεται σὰν μιὰ ἐπικοινωνία μὲ τὰ πνεύματα τῶν νεκρῶν, ποὺ στὴν πραγματικότητα εἶναι δαίμονες μεταμορφωμένοι, ἀφοῦ αὐτοὶ ἔχουν τὴ ἱκανότητα νὰ μετασχηματίζονται ἀκόμη καὶ σὲ φωτόμορφους Ἀγγέλους, ὅπως μᾶς λέει καὶ ὁ μέγας Παῦλος (Β΄ Κορ. ια΄ 14), γιὰ νὰ παρασύρουν ψυχὲς στὴν ἀπώλεια.

Πνευματισμὸς σημαίνει καθαρὰ δαιμονισμός. Στὶς ἡμέρες μας αὐτὴ ἡ ἠθοποιΐα ἔχει χιλιάδες θύματα. Τὰ πονηρὰ πνεύματα, τὰ πνεύματα τῆς κακίας, ὑποδύονται διάφορους ρόλους καὶ κάνουν παιχνίδια τους ὅλους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἀσχολοῦνται μαζί τούς.

Ὁ πνευματιστὴς τοῦ Μονοδενδρίου ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα τῶν μεγάλων εὐεργετῶν τοῦ Ἔθνους μας, ὄχι ὅμως μὲ τὴν εὐσέβεια ἐκείνων. Εἶχε ἐπιστρέψει ὡς Δούρειος τῶν πνευματιστῶν Ἵππος προβάλλοντας τὰ πλούτη του καὶ ἀπομακρύνοντας τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη ποίμνη.

Ὁ πατὴρ Ἰάκωβος βλέποντάς τον ὡς λύκο νὰ τοῦ κατασπαράσσει τὰ πρόβατα προσπάθησε νὰ τὸν νουθετήσει πρῶτα κατ’ ἰδίαν καὶ ἔπειτα δημόσια.

Δὲν πέτυχε, ὅμως, τίποτα καὶ ὡς ἀντιμίσθιο ἔλαβε τὴν ὑπεροπτικὴ καὶ περιφρονητικὴ στάση του.

Δὲν τοῦ ἔμενε τίποτα ἄλλο, παρὰ νὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ κάθε του προσπάθεια ἐνθυμούμενος τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (Τίτ. γ΄ 10).

Σταμάτησε νὰ τὸν νουθετεῖ, ἐπέμενε, ὅμως, νὰ προσεύχεται γι’ αὐτόν, ποὺ τὸν εἶχε στὴν ἀγκαλιά του ὁ πονηρὸς καὶ μισάνθρωπος διάβολος.

Γνωστὸ στοὺς πνευματιστικοὺς κύκλους εἶναι τὸ φαινόμενο τῶν «στοιχειωμένων
σπιτιῶν», ὅπου συμ­βαίνουν παράδοξα, ἐξωφρενικὰ καὶ ἀνησυχητικὰ φαι­νόμενα καὶ γεγονότα.

Ἄλλοτε πάλι ἐξαφανίζονται ἢ μετακινοῦνται ἀντικείμενα, ἀκούονται ἐνοχλητικοὶ θόρυβοι ἢ συμβαίνουν παραδοξότητες μέσα στὸ σπίτι καὶ «δαιμονικά πράγματα», ὅπως τὰ χαρακτηρίζει ἠ λαϊκὴ σοφία.

Ἕνα πρωϊνὸ ὁ πνευματιστὴς ξυπνώντας εἶδε μὲ ἔκπληξη ὅλα τὰ ὑπάρχοντα τοῦ σπιτιοῦ του πεταγμένα στὸ δρόμο. Ὁ πονηρὸς εἶχε ἀρχίσει τὴ δράση του. Εἶδε ὁ πνευματιστὴς τὸ σπίτι του νὰ ἔχει ἐντελῶς ἀδειάσει.

Μὲ μεγάλο κόπο ἐπανέφερε τὰ ἀντικείμενα στὴ θέση του, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ συμβὰν ἐπαναλαμβανόταν συνέχεια καὶ τὰ ἑπόμενα πρωϊνά. Ἦταν, βλέπετε, δαιμονικὴ ἐνέργεια!

Στὴν ἀμηχανία του, ἂν καὶ ἔπρεπε νὰ τὸ περιμένει, ἀφοῦ ὅλες του οἱ ἐνέργειες γίνονταν μὲ τὴν ἐπίκληση τῶν πονηρῶν πνευμάτων, οἱ συγχωριανοί του τοῦ πρότειναν νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν πατέρα Ἰάκωβο.

Αὐτὸς μόλις τὸν εἶδε, τοῦ εἶπε νὰ ἀλλάξει ἀφεντικό, ἀφοῦ αὐτὸς ποὺ τὸν ὑπηρετεῖ ἐργάζεται τὴ συμφορὰ καὶ τὸ κακό μας. Τὸν συμβούλευσε νὰ χαράξει μὲ κιμωλία ἀπὸ ἕνα σταυρὸ σὲ κάθε ἀντικείμενο, γιὰ νὰ μὴν μπορεῖ ὁ πονηρὸς νὰ τὸ μετακινεῖ.

Ὁ πνευματιστὴς δέχθηκε καὶ χάραξε σταυροὺς στὰ εἴδη τοῦ νοικοκυριοῦ του. Ὄχι, ὅμως, σὲ ὅλα. Τὸ ἄλλο πρωϊνὸ ὅσα ἀντικείμενα εἶχαν σταυρὸ παρέμειναν στὶς θέσεις τους. Ὅσα δὲν εἶχαν βρέθηκαν πάλι στὸ δρόμο. Τὸν Σταυρὸ τὸν φοβᾶται ὁ πονηρὸς καὶ δὲν τὸν πλησιάζει, ἀφοῦ εἶναι τῶν «δαιμόνων τὸ τραῦμα» κατὰ τὸν ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας μας.

Μὲ χάραγμα ἑνὸς κύκλου γύρω του μέσα στὸ σπήλαιο τοῦ Ὁσίου Δαβὶδ καὶ μὲ τὴ σημείωση τοῦ τύπου τοῦ τιμίου Σταυροῦ κατόρθωσε ἀργότερα νὰ πατάξει τοὺς δαίμονες, ποὺ τοῦ παρουσιάσθηκαν σὰν σκορπιοί, καὶ ὁ συνονόματος τοῦ πατρὸς Ἰακώβου, ἐπίσης θαυμαστὸς Γέροντας Ἰάκωβος Τσαλίκης, ὁ Ἡγούμενος τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, στὴν Εὔβοια.

Μὲ τὸν ὕμνο: «Συντριβήτωσαν ὑπὸ τὴν σημείωσιν τοῦ τύπου τοῦ τιμίου Σταυροῦ Σου πᾶσαι αἱ ἐναντίαι δυνάμεις», κατόρθωσε νὰ ἀπομονώσει καὶ εὐσεβὴς Χριστιανὸς τὰ σμήνη ἀπὸ σφῆκες ποὺ ἐπέδραμον τὴν ὥρα ποὺ ἐκεῖνος ἔψαλλε τὸν Ἑσπερινό.

Πῶς, λοιπόν, νὰ μὴν πιστεύσουμε ὅτι ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας παραλύει τὴ δύναμη τοῦ διαβόλου;

Γιὰ ἐμᾶς τοὺς ὀρθοφρονοῦντες Χριστιανοὺς τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ εἶναι τὸ σημεῖο τῆς νίκης, τὸ σημεῖο τῆς ἐπιτυχημένης πορείας στὸ δρόμο τῆς ἐπίγειας διαδρομῆς μας. Καὶ μὲ τὴ δύναμη τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ σταυροῦ κατορθώνουμε καὶ ἀπωθοῦμε μακριὰ τὴν δύναμη τοῦ πονηροῦ.

Τὸ θαῦμα αὐτὸ τοῦ Σταυροῦ συγκλόνισε τὸν πνευματιστὴ τοῦ Μονοδενδρίου, ὅμως, μόνο ἐπιδερμικά, ἀφοῦ δὲν θέλησε νὰ ἀρνηθεῖ τὴν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ καὶ νὰ δεχθεῖ νὰ μπεῖ στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ μας.

Τὸν εἶχε κερδίσει, ἀλλοίμονο, ὁ μισάνθρωπος, «ὁ κοσμοκράτωρ τοῦ σκότους» (Ἐφ. ϛ΄ 12) τοῦ αἰῶνος τούτου, γιὰ νὰ βεβαιωθοῦν τὰ λόγια τοῦ Ψαλμωδοῦ: «Θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρὸς» (Ψαλμ. ΛΓ´[33], 22).

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ