– «Τί είναι η έρημος πάτερ;»
– «Χώμα, γρανίτης κι ουρανός. Αυτό είναι η έρημος».
Με αυτές τις ελάχιστες λέξεις περιέγραψε ο π. Ιωάννης την θεολογία και την εμπειρία της σιναϊτικής ερήμου όπως την έζησε ο ίδιος για μια ολόκληρη ζωή.
Με καταγωγή από τα βουνά της Νεαπόλεως Λακωνίας που βλέπουν το πλατύ γαλάζιο της θάλασσας, διέπλευσε τη Μεσόγειο αμέσως μετά τις σπουδές του στη Ριζάρειο εκκλησιαστική σχολή με προορισμό το Θεοβάδιστο Όρος Σινά.
Λιγομίλητος και «φευγάτος», μάλλον τρελός για τους περισσότερους, διακόνησε ως εκκλησιάρχης και αναγνώστης στο καθολικό της Αγίας Αικατερίνης όλη τη μοναχική του ζωή.
Μια φορά τον κάνανε Οικονόμο και τις πρώτες τρεις ημέρες έκανε παραγγελία 2.000 αυγών. Όταν τον ρώτησαν γιατί, είπε πως τα βρήκε σε καλή τιμή! Πριν κλείσει εβδομάδα, με το προσωνύμιο «Τζόνις» πλέον και με τη βούλα του τρελού, επέστρεψε στα διακονήματά στο καθολικό και δεν έφυγε ποτέ.
Ακέραιος στο άκρο στα καθήκοντά του, προσέφερε άφθονο γέλιο στους πάντες με τις απίστευτες εμπνεύσεις του (ων ουκ έστι αριθμός), που όμως ήταν αδύνατο να κρύψουν πάντα τα χαρίσματα του Πνεύματος.
Τον ακούσαμε δεκάδες φορές να «διαβάζει» απ’ έξω και με απίστευτη ταχύτητα τους κανόνες «ψιλών» ημερών –άγνωστων σχεδόν αγίων- περιφερόμενος στο ναό.
Κι αν καμιά φορά πήγαινε κανείς στο αναλόγιο να συνεχίσει με πιο «κανονικό» τρόπο την ανάγνωση, πλησίαζε και σχεδόν χωρίς να κοιτά το Μηναίο, έδειχνε στον αδερφό το σημείο απ’ όπου έπρεπε να συνεχίσει…
Αν καταλάβαινε πως τον παρακολουθούσε κανείς με ευλάβεια, χάλαγε αμέσως κάθε καλό λογισμό προς το πρόσωπό του, ακριβώς όπως διαβάζουμε για όλους τους «δια Χριστόν σαλούς» στα Συναξάρια και τα Γεροντικά.
Μια φορά, Ιούλιο μήνα με τη θερμοκρασία στους 45 βαθμούς κελσίου, διάβαζε με τις συνήθεις τρελές ταχύτητες το απόδειπνο. Το καθολικό ήταν γεμάτο με Ρώσους προσκυνητές μέχρι τον σολέα.
Ο π. Πάμφιλος, Δικαίος τότε, μας έκανε νόημα να σταθούμε πίσω από το δεξί αναλόγιο και να τον ηχογραφήσουμε. Έβγαλα τον ψηφιακό εγγραφέα και άρχισα να γράφω. Είχε κολλήσει το πρόσωπό του στο Ωρολόγιο, τόσο που κυριολεκτικά να ακουμπά η μύτη του στο βιβλίο.
Όταν κατάλαβε τι έκανα, γύρισε, τεντώθηκε προς τον εγγραφέα που μισοκρυβόταν πίσω από το στασίδι και μας ρώτησε εις ευήκοον όλων: «Έβρεξε σήμερα;»
Πέρασε την καλογερική του ζωή έξω από τα τείχη της Μονής, ακριβώς δίπλα στην κεντρική πύλη, όπου πηγαινοερχόταν μόνος του ώρες ατέλειωτες. Μιλούσε μόνο όταν τον ρωτούσαν κάτι, κι αυτό με δυό-τρεις κουβέντες.
Δεν μπλεκόταν σε συζητήσεις, απέφευγε κάθε επικίνδυνη κουβέντα, ποτέ δεν κατέκρινε κανέναν. Τα μόνα του ενδιαφέροντά του ήταν ο καιρός (στο Σινά αλλάζει μονάχα η θερμοκρασία• τα σύννεφα και η βροχή είναι είδος προς εξαφάνιση) και οι εφημερίδες από την Ελλάδα.
Διάβαζε κάθε γραμμή, μαζί με τις αγγελίες. Για να χαλάσει κάθε λογισμό, μπορούσε να πλησιάσει τον οποιοδήποτε και να ρωτήσει αν πουλήθηκε το τάδε σπίτι που μπορεί να είχε διαβάσει σε μιαν αγγελία χρόνια πριν.
Πολύ σπάνια και όσο περνούσαν τα χρόνια ακόμα σπανιότερα, έδινε πολύ συγκεκριμένες συμβουλές με εξαιρετικά λίγες λέξεις, όπως εκείνες στον νεαρό μοναχό π. Π. στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Μέσα στα σκοτάδια του καθολικού, πλησίαζε και σχεδόν ψιθυριστά έλεγε διάφορα, π.χ. «Εκατό υποψίες δεν κάνουν μία απόδειξη. Ντοστογιέφσκι».
Στην αρχή έμοιαζαν όλα άσχετα, στη δεύτερη ανάγνωση καταλάβαινες πως ήταν απόλυτα στοχευμένα.
Έφυγε εχθές ξαφνικά, πριν κλείσει τα εβδομήντα• σαν μικρό πουλάκι της ερήμου• πλήρης πνευματικών ημερών.
Τα δικά του «τρελά» διαβάσματα –με καταλήξεις βγαλμένες από το ρεπερτόριο της όπερας- στα αναλόγια της Αγία Αικατερίνης του Σινά, θα τα ζήλευαν πνευματικά πολλοί από εμάς που μάθαμε τη σωστή εκφορά του λόγου.
Ένας ακόμα αφανής και ακάματος εργάτης του αναλογίου θα συνεχίσει την διακονία του στην θριαμβεύουσα Εκκλησία, μαζί με τον -Λακεδαιμόνιο κι αυτόν στην καταγωγή- π. Ααρών, αναγνώστη και πρακτικό ψάλτη που κοιμήθηκε στην σιναϊτική έρημο πριν είκοσι ημέρες.
Ο Θεός να αναπαύσει τις ψυχούλες τους.
Ευάγγελος Θεοδώρου