«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μᾶρκ. 2,2)
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Διηγεῖται, πῶς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς θεράπευσε ἕνα παραλυτικό. Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό, τὰ ἄλλα θαύματα ποὺ ἀναφέρει τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ ὅσα ἔκαναν καὶ κάνουν ἡ Υπεραγία Θεοτόκος καὶ οἱ ἅγιοι, ὑπάρχουν κι ἄλλα θαύματα, θαύματα ἀόρατα. Καὶ ἐκεῖνα εἶνε πολὺ ἀνώτερα. Ποιά εἶν᾿ αὐτά;
Ἀόρατα θαύματα. Ὅταν ἀκούγεται κήρυγμα καὶ κάποια ἐσωτερικὴ ἀλλοίωσι συντελῆται σὲ μιὰ καρδιά, αὐτὸ δὲν εἶνε ἕνα ἀόρατο θαῦμα, ποὺ γίνεται διὰ τῆς ἐνεργείας τοῦ ἁγίου Πνεύματος;
Ἢ ὅταν ὁ ἁμαρτωλὸς πηγαίνῃ στὸν πνευματικὸ καὶ ἐξομολογῆται τὰ ἁμαρτήματά του εἰλικρινῶς, κι ἀνοίγουν οἱ οὐρανοὶ κι ἀκούγεται ἡ φωνὴ «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου»; (Μᾶρκ. 2,5· βλ. καὶ Ματθ. 9,2), δὲν εἶνε κι αὐτὸ ἕνα ἀόρατο θαῦμα;
Ἤ, ἀκόμη μεγαλύτερο, ὅταν τὴν ὥρα τῆς θείας λειτουργίας ἀκοῦμε «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν…», καὶ πάνω στὴν ἁγία τράπεζα τὸ ψωμὶ γίνεται σῶμα καὶ τὸ κρασὶ γίνεται αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, δὲν εἶνε αὐτὸ ἕνα ἀόρατο θαῦμα; Ὥστε λοιπὸν ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ὁρατά, ποὺ εἶνε λίγα, ὑπάρχουν κι ἄλλα πολλὰ ἀόρατα θαύματα.
Δὲν θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὸ ὁρατὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ. Θὰ σᾶς πῶ γιὰ τὸ ἀόρατο ἐκεῖνο θαῦμα ποὺ συντελεῖται μέσα στὶς καρδιὲς ἀπὸ τὴν ἀκρόασι τοῦ θείου λόγου. Ἄλλωστε τὸ εὐαγγέλιο μᾶς δίνει ἀφορμὴ καὶ γι᾽ αὐτό.
Διότι ποῦ ἔκανε τὸ ὁρατὸ θαῦμα ὁ Κύριός μας; Μέσα στὸ σπίτι. Καὶ τί ἔκανε ἐκεῖ πρὶν κάνῃ τὸ θαῦμα; Ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος λέει· «Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μᾶρκ. 2,2), ἐκήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας, ἀδελφοί μου, δὲν εἶνε ὅπως ὁ λόγος τῶν φιλοσόφων, τῶν ῥητόρων, τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων. Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἔχει χάρι καὶ ἕλξι, προκαλεῖ θεῖο ῥῖγος, παλμὸ αἰωνιότητος.
Εἶνε μαγνήτης. Ἀπόδειξις ὅτι, μόλις ὁ λαὸς τῆς Καπερναοὺμ ἄκουσε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε σὲ κάποιο σπίτι, ἀμέσως συγκεντρώθηκαν ἐκεῖ πλήθη. Διψοῦσαν γιὰ τὴν ἀλήθεια. Καὶ γέμισε, λέει, τὸ σπίτι μέχρι καὶ τὸ προαύλιο. Βελόνα νὰ ἔρριχνες, δὲν ἔπεφτε κάτω. Ὅλοι κρέμονταν ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Θεανθρώπου.
«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον». Ὁ Χριστὸς εἶχε τὴ διδασκαλία ὡς κύριο ἔργο. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἐξῆλθε στὸν δημόσιο βίο μέχρι τέλους τὸ κήρυγμα ἦταν ἡ κυρία ἀποστολή του.
«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον». Μιλοῦσε στὰ σπίτια, ὅπως βλέπουμε σήμερα. Μιλοῦσε στὰ προπύλαια τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, στὶς πλατεῖες καὶ τοὺς δρόμους, στὴν ἔρημο, στὰ ἀκρογιάλια. Μίλησε κάποτε καὶ παρὰ τὸ φρέαρ Συχὰρ μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ Σαμαρείτιδα.
Ὁ Χριστὸς μιλοῦσε παντοῦ. Κάθε τόπος ποὺ στεκόταν, γινόταν βῆμα καὶ ἄμβωνας. Κι αὐτὸς ἀκόμη ὁ σταυρός, ὅπου τὸν ὕψωσαν, ἔγινε παγκόσμιος ἄμβωνας, κι ἀπὸ ᾿κεῖ εἶπε τοὺς ἑπτὰ ἐκείνους λόγους τοῦ σταυροῦ, ποὺ ἔχουν βάθος ἀνεξιχνίαστο.
«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον». Ὄχι δὲ μόνο ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ στοὺς μαθητάς του ὡς κυρία ἀποστολὴ ὥρισε τὸ κήρυγμα.
Τί τοὺς εἶπε· «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15), «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28,20). Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀποστολή τους, καὶ τὴν ἐξετέλεσαν.
Ἀλλὰ καὶ οἱ διδάσκαλοι καὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κύριο ἔργο εἶχαν τὸν θεῖο λόγο. Δὲν δίδασκαν μόνο τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς μεγάλες ἑορτές· δίδασκαν καθημερινῶς.
Ὁ Μέγας Βασίλειος δίδασκε δύο φορὲς τὴν ἡμέρα, τὸ πρωὶ καὶ τὸ βράδυ, ὅταν ἑρμήνευε τὴν Ἑξαήμερο. Καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης ὁ Παλαμᾶς, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, ἦταν φίλος τοῦ κηρύγματος καὶ τῆς διδασκαλίας.
Γιατί, θὰ πῆτε, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀποδίδουν τόση σημασία στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἀπαντᾷ τὸ πρῶτο (Α΄) κεφάλαιο τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ ἀρχὴ τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως. Ἐκεῖ βλέπουμε, ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ. Ὅλη ἡ δημιουργία ἔγινε δι᾿ αὐτοῦ. «Αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο, καὶ ἐκτίσθησαν»(Ψαλμ. 148,5). «Γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς» (Γέν. 1,3).
Καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ἡ κορυφὴ τῆς δημιουργίας, βγῆκε ἀπὸ τὸ θεῖο ἐργαστήριο διὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ· «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον…» (ἔ.ἀ. 1,26).
«Ἀρχή μοι καὶ ὑπόστασις τὸ πλαστουργόν σου γέγονε πρόσταγμα…» (Νεκρ. ἀκολ.)· ἀρχὴ τῆς δημιουργίας μου, λέει, ἔγινε τὸ πρόσταγμά σου, ὁ λόγος σου. Αὐτὸς εἶπε, καὶ γεννηθήκαμε· αὐτὸς θὰ πῇ, καὶ θὰ πεθάνουμε.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θεραπεύει. Στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο ὁ παράλυτος θεραπεύθηκε ὄχι μὲ φάρμακα, δίαιτες, κλινικὲς κ.λπ., ἀλλὰ μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ· «Ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου»(Μᾶρκ. 2,11).
Γιά φανταστῆτε· ὅπως γυρίζεις τὸ διακόπτη κι ἀνάβεις φῶς, μὲ τόση κι ἀκόμη μεγαλύτερη εὐκολία ὁ Χριστὸς εἶπε καὶ θεραπεύθηκε.
Μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ λοιπὸν γίνονται τὰ πάντα. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ φωτίζει.
Ἀπόδειξις, ὅτι ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἄγνοια καὶ ζοῦσαν στὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, μόλις ἄκουσαν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ὑπέστησαν μιὰ ὑπερφυσικὴ ἀλλοίωσι. Τὸ μυαλό τους φωτίστηκε, ἡ καρδιά τους θερμάνθηκε, ἡ θέλησί τους γαλβανίστηκε.
Μετεβλήθησαν ῥιζικῶς. Ἦταν λύκοι κ᾿ ἔγιναν ἀρνιά, ἦταν κοράκια κ᾿ ἔγιναν περιστέρια, ἦταν κάρβουνα κ᾿ ἔγιναν διαμάντια. Δὲν εἶνε λόγια αὐτά. Διαβάστε τοὺς βίους τῶν ἁγίων, νὰ τὸ δῆτε. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶνε φῶς. «…Διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς», λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας (Ἠσ. 26,9).
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ φωτίζει, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀφυπνίζει. Ὅπως στὸ σπίτι βάζεις ξυπνητήρι καὶ ξυπνᾷς, ὅσο βαθειὰ κι ἂν κοιμᾶσαι, γιατὶ ἔχεις ἐργασία, καὶ ὅπως στὸ στρατὸ ἡ σάλπιγγα σημαίνει ἐγερτήριο, ἔτσι μέσα στὴν Ἐκκλησία ξυπνητήρι καὶ σάλπιγγα εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κρατεῖ σὲ ἐγρήγορσι καὶ ὁπλίζει μὲ τὴ ῥομφαία τοῦ πνεύματος τοὺς μαχητὰς τῆς Ἐκκλησίας -ὅπως ἦταν οἱ πατέρες-, γιὰ νὰ καταδιώξουν τὶς αἱρέσεις.
Ἀφαιρέστε, ἀδελφοί μου, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, κατεβάστε ἀπὸ τὸν ἄμβωνα τοὺς κήρυκες, καὶ τότε τί θὰ συμβῇ;
Ὅ,τι καὶ στὸ μαντρί, ὅταν λείψουν τὰ σκυλιά. Ποιμενικὰ σκυλιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ γαυγίζουν καὶ διώχνουν τοὺς λύκους τῶν αἱρέσεων, εἶνε οἱ κήρυκες. Ἀλλοίμονο στὸ μαντρὶ ἂν λείψουν τὰ σκυλιά, κι ἀλλοίμονο στὴν ἐκκλησία ἂν στερῆται τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἰδού τί σημασία ἔχει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἱερεῖς, οἱ ἐπίσκοποι, οἱ θεολόγοι, οἱ ἱεροκήρυκες, ἔχουν χρέος νὰ κηρύττουν.
Ἀλλὰ καὶ οἱ Χριστιανοὶ ἔχουν χρέος ν᾿ ἀγαποῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, πρέπει νά ᾿χῃ πολλὰ προσόντα. Πρέπει νά ᾿νε πρᾷος, ὑπομονετικός, ἀνδρεῖος καὶ γενναῖος, εὔσπλαχνος καὶ ἐλεήμων, φιλαλήθης, ἄνθρωπος αὐταπαρνήσεως. Πρέπει…
Δεκαπέντε πρέπει, δεκαπέντε προσόντα, ἀριθμεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος σὲ μιὰ θαυμάσια ὁμιλία γιὰ τὸ ποιός εἶνε ὁ πραγματικὸς Χριστιανός. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως, τὸ γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ εἶνε, ν᾿ ἀγαπᾷ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Δεῖξτε μου ἕναν ἄντρα ἢ μιὰ γυναῖκα, ποὺ ἀγαπᾷ κι ἀκούει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ· γι᾿ αὐτοὺς δὲν ἀμφιβάλλω.
Ἄνθρωπος ποὺ ἀρέσκεται νὰ διαβάζῃ Εὐαγγέλιο, ποὺ θεωρεῖ πνευματικὴ ἀπόλαυσι νὰ τρέχῃ στὸ κήρυγμα -«Ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τὰ λόγιά σου, ὑπὲρ μέλι τῷ στόματί μου»(Ψαλμ. 118,103)-, αὐτὸς δὲν μπορεῖ παρὰ θὰ βαδίσῃ τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Ὅταν πάλι δῆτε ἄνθρωπο νὰ μὴν ἀνοίγῃ Εὐαγγέλιο, νὰ μὴ θέλῃ ν᾿ ἀκούσῃ λόγο Θεοῦ καὶ μόλις παρουσιάζεται ὁ κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου αὐτὸς νὰ φεύγῃ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, αὐτὸς δὲν ἀγαπάει τὸ Θεό. Διότι ὅποιος ἀγαπάει τὸ Θεό, ἀγαπάει καὶ τὰ λόγια του.
Ἀδελφοί μου! Ὅταν κάποιος δὲν ἔχῃ ὄρεξι γιὰ φαγητό, αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν εἶνε γιὰ ζωή, καὶ τὸν κλαίει τὸ σπίτι του.
Ἔτσι καὶ στὰ πνευματικά. Ἄρτος, μάννα οὐράνιο, εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Χριστιανὸς ποὺ δὲν ἔχει ὄρεξι γιὰ λόγο Θεοῦ, τὸν ἄρτο τῶν ἀγγέλων «ᾧ τρέφονται ψυχαὶ Θεὸν πεινῶσαι», αὐτὸς εἶνε γιὰ φέρετρο, γιὰ τὸν ᾅδη, γιὰ τὴν κόλασι.
Γι᾿ αὐτὸ ἀγαπᾶτε, ἀκοῦτε καὶ μελετᾶτε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι θὰ αὐξάνῃ ἡ Ἐκκλησία καὶ θὰ δοξάζεται ὁ Χριστὸς μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, εἰς αἰῶνας αἰώνων.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απομαγνητοφωνημένη oμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
που έγινε στον ιερό ναό Αγίας Τριάδος Κεραμεικού – Αθηνών την 5-3-1961
augoustinos-kantiotis.gr