Είναι αλήθεια, ότι ο άνθρωπος από την στιγμή που έρχεται στον κόσμο, μέχρι και που φεύγει απ’ αυτή τη ζωή, αισθάνεται την ανάγκη να στηριχτεί κάπου και σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του πάντοτε περιμένει μία χείρα βοηθείας.
Είναι έτσι πλασμένος ο άνθρωπος, ώστε να εξαρτάται από κάτι μεγαλύτερο απ’ αυτόν. Η ψυχή του άνθρωπου ως προερχόμενη από τον θεό, αισθάνεται βαθειά την ανάγκη να στηριχτεί στον δημιουργό της.
Πολλοί άνθρωποι , όμως, επειδή έχουν χάσει τον δημιουργό, επειδή με τη θέλησή τους προσπαθούν να φιμώσουν την φωνή της συνειδήσεως και να συσσωρεύσουν πλήθος ενδιαφερόντων , πολλές φορές ξένων προς την κύρια αποστολή, που είναι η σωτηρία της ψυχής, παρεμβάλλουν αυτά τα τόσο μαύρα σύννεφα μεταξύ του ηλίου της δικαιοσύνης και της ψυχής κι έτσι σε στιγμές κινδύνου ή φόβου, βλέπουμε τους ανθρώπους αυτούς να αγωνιούν, να ιδρώνουν να μην έχουν πού να στηριχτούν, να απελπίζονται και στο τέλος να τα χάνουν και όχι λίγες φορές να φτάνουν σ’ αυτό το τρομακτικό αποτέλεσμα, που αποτελεί το ισχυρότερο όπλο του διαβόλου, που λέγεται αυτοκτονία.
Στην ουσία, ο άνθρωπος αυτοκτονεί, όταν φτάσει στο σημείο να γίνεται αναίσθητος στην αμαρτία. Έτσι σκοτώνει την ψυχή του. Μπορεί να ζει το σώμα του, μπορεί να κινείται, μπορεί να εργάζεται, μπορεί να γελάει, αλλά δεν ζει κατά Θεόν.
Σ’ αυτήν την κατηγορία , πιστεύω ότι μπορεί να φθάσει ο άνθρωπος, όταν δεν διαποτίζει την ψυχή του καθημερινά με τον λόγο της αληθείας, όταν δηλαδή ο άνθρωπος φθάσει στο σημείο να θεωρεί τον εαυτό του άξιο και δυνατό ν’ αντιμετωπίσει τα πάντα, χωρίς να έχει καμία ανάγκη από τον Θεό.
Μη μας φανεί παράξενο, ότι στις ημέρες μας υπάρχουν πάρα πολύ τέτοιοι άνθρωποι, οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους ικανούς ν’ αντιμετωπίσουν τα πάντα και δεν έχουν, όπως λένε, καμία ανάγκη από τον Θεό.
Όμως μέσα στα στηρίγματα που αναζητάει η ψυχή του ανθρώπου μέσα σ’ αυτό τον κόσμο είναι και οι άγιοι.
Το κύριο και βασικό στήριγμα της ψυχής κάθε ανθρώπου είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ενανθρωπίσας Θεός, ο σταυρωθείς και αναστάς εκ νεκρών, είναι ο Ιησούς Χριστός, εκείνος ο οποίος αποτελεί την πηγή της δυνάμεως για κάθε άνθρωπο, είναι ο αχώριστος σύντροφος της ζωής μας, είναι ο βασιλεύς του πόνου, ο οποίος πέρασε τον πόνο με την πιο βαριά μορφή, διότι αισθάνθηκε την οδύνη σαν άνθρωπος επάνω στον σταυρό, σηκώνοντας τα βάρη των αμαρτιών όλων των αιώνων.
Εμείς, πολλές φορές , δεν μπορούμε να σηκώσουμε ούτε τα δικά μας βάρη ο καθένας∙ και τόσο γονατίζουμε πολλές φορές και παρακαλούμε και λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».
Επειδή όμως η ψυχή μας είναι βεβαρυμένη πολλές φορές με πλήθος αμαρτιών, με σκέψεις, με λόγια, με έργα, επειδή καθημερινά πέφτουμε γεμίζουμε το εσωτερικό της ψυχής μας με αμαρτίες, συχνά-πυκνά, αισθανόμαστε ντροπιασμένοι μπροστά στον Σωτήρα Χριστό, προκειμένου να σταθούμε και να τον κοιτάξουμε στα μάτια.
Και τι κάνουμε τότε; «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς».
Τους αγίους επιστρατεύουμε και παρακαλούμε αυτούς οι οποίοι έχουν παρρησία στον Θεό, αυτούς οι οποίοι προσέφεραν τα πάντα, τον εαυτό τους, πολέμησαν τα πάθη και τις αδυναμίες τους, αγάπησαν τον Χριστό και Τον τοποθέτησαν στο κέντρο της καρδιάς τους, τους παρακαλούμε να δέονται στον Σωτήρα Χριστό να μας σώσει, να φανεί ίλεως.
Αλλά πρέπει να παραμερίζουμε και τις ντροπές, να παραθερίζουμε και τα ψιθυρίσματα του διαβόλου, ο οποίος μας εμβάλλει στο εσωτερικό της ψυχής σκέψεις απελπιστικές, ότι δηλαδή είμαστε τόσο γεμάτοι από αμαρτίες, ώστε δεν πρέπει πλέον αν επικοινωνούμε με τον Θεό, δεν πρέπει να μετέχουμε στα μυστήρια, δεν πρέπει να μελετάμε στην Αγία Γραφή κι έτσι φθάνει ο άνθρωπος στο αποτέλεσμα να αποκόπτεται από τα μέσα σωτηρίας, την πιο κρίσιμη στιγμή, που έχει ανάγκη μεγάλη να τονώσει την ψυχή του.
Ο ίδιος ο Κύριός μας παραγγέλλει να απευθυνόμεθα όχι μόνο στον Υιό και Λόγο του Θεού, αλλά και στον Θεό Πατέρα: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς…».
Στις δύσκολες στιγμές , στις στιγμές του πειρασμού, στις στιγμές της πτώσεως, πρέπει να ταπεινωθεί ο άνθρωπος και να ζητήσει το έλεος του Θεού, να παρακαλέσει τον Θεό να φανεί ίλεως και να του δώσει την δύναμη να ανορθωθεί, όχι να λιποτακτεί, όχι να φεύγει.
Αν θα φύγεις την ώρα που έχεις ανάγκη, που είσαι βαθειά τραυματισμένος, που είσαι ετοιμοθάνατος, αν φύγεις από το νοσοκομείο, πού θα πας να θεραπευτείς; Εκεί θα πας, θα ταπεινωθείς, θα εξομολογηθείς, θα αγωνιστείς πάλι, θα προχωρείς στον δρόμο της ζωής. Αυτά μας έδωσε ο Θεός κι αυτά μας είπε να κάνουμε.
Τα ψιθυρίσματα του διαβόλου και του εγωισμού, «γιατί εγώ να πέσω εδώ τόσο πολύ; γιατί εγώ να κάνω εκείνο το αμάρτημα; γιατί εγώ να κάνω το άλλο το μεγάλο κακό;». Είναι ένας εγωισμός με περικεφαλαία, που αυτός πλέον καταστρέφει συμμαχώντας και με τον διάβολο, την ψυχή του ανθρώπου.
Λοιπόν, θα χτυπήσουμε το κεφάλι του διαβόλου και θα πούμε: Εγώ θα ταπεινωθώ στον Χριστό και θα ζητήσω το έλεός του και θ’ αγωνιστώ πάλι, ύπαγε οπίσω μου σατανά. Αυτά θα λέμε.
Όχι ότι θα είμαστε αναμάρτητοι, αλλά θα είμαστε οι αγωνιζόμενοι, οι οποίοι θα μισούμε την αμαρτία και θ’ αγαπούμε την αρετή, αλλά όταν πέφτουμε δεν θα τα χάνουμε. Θα στηριχτούμε στον Θεό, θα στηριχτούμε στον Χριστό, θα παρακαλέσουμε τους αγίους να πρεσβεύουν για μας.
Να μην ξεχνάμε όμως ότι το κύριο βάρος πέφτει σε μας, να δώσουμε την θέλησή μας στον Χριστό, ν’ αγωνιστούμε λίγο περισσότερο. Να μην μένουμε απλώς στα λόγια. Ακούμε ομιλίες.
Αν λέγοντας και ακούγοντας τις αλήθειες παραμένουμε μέχρις εκεί, τότε δεν είμαστε μακάριοι.
Τι είπε ο Κύριός μας; Δεν είπε , «μακάριοι είναι εκείνοι οι οποίοι ακούνε τον λόγο του Θεού» μόνο, αλλά και «φυλάσσοντες αυτόν και τηρούντες αυτόν». «Οὐχ ὁ λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός». Αυτός ο οποίος θα κάνει το θέλημα του πατέρα μου.
Μ’ αυτές τις σκέψεις, ας ανοίξουμε το θεόσδοτο αυτό βιβλίο, την Καινή Διαθήκη, για να δούμε τί το Πνεύμα του Θεού θα μας αποκαλύψει κι ας απαλλάξουμε την σκέψη μας απ’ ο,τιδήποτε μας βασανίζει και μας ταλαιπωρεί σ’ αυτήν την ζωή, διότι αυτήν την στιγμή, θα θελήσει οπωσδήποτε ο διάβολος να παρεμβάλλει άλλες σκέψεις, κι ενώ βλέπουμε αυτόν που μιλάει, μπορεί ν’ ακούμε αυτά που λέει, αλλά το μυαλό μας να τρέχει πολύ μακριά.
Γι’ αυτό λοιπόν, με μία σύντομη εσωτερική προσευχή, να πούμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, ἄνοιξον τά ὄμματα τῆς ψυχῆς μου , να κατανοήσω τα λόγια Σου», ώστε να θέσουμε σε κίνηση το εσωτερικό μας και να τα εφαρμόσουμε στη ζωή, γιατί χωρίς εφαρμογή είναι δώρον άδωρον.
Σε κάθε στιγμή της ζωής μας και ιδιαίτερα σε στιγμές κινδύνου να απευθυνόμεθα προς την μητέρα του Θεού την Υπεραγία Θεοτόκον και με πολλή εμπιστοσύνη να της λέμε: «Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου».
Πηγή: «Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
+Πρωτοπρεσβύτερος π. Θωμάς Παπαδόπουλος
Ομιλίες στους Χαιρετισμούς-στις Παρακλήσεις και στους βασικούς σταθμούς της επί γης ζωής της Υπεραγίας Θεοτόκου»
Τόμος 5ος
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1996