Σ’ ένα γυναικείο Μοναστήρι ήταν μια μοναχή που έκανε την τρελή και πως τάχα είχε δαιμόνιο. Με τον τρόπο αυτό η ευλογημένη κόρη έπλεκε το στεφάνι της αρετής.
Τόσο πολύ την εσυχαίνονταν οι άλλες αδελφές, δεν την καταδέχονταν να καθίσει μαζί τους στην τράπε…ζα.
Εκείνη όμως χαιρόταν για την καταφρόνηση που της έκαναν. Δούλευε πάντοτε στο μαγειρείο της Μονής και υπηρετούσε όλους αγόγγυστα και με προθυμία. ήταν, κατά την παροιμία, ένα σφουγγάρι υπομονής.
Αυτή η ευλογημένη εφάρμοζε την εντολή του Κυρίου: Εκείνος που θέλει να γίνει πρώτος και μεγαλύτερος από όλους, πρέπει να γίνει τελευταίος και υπηρέτης όλων.
Τα κεφάλια των άλλων παρθένων είναι κουρευμένα και σκεπάζονται με τα κουκούλια που φορούν. Εκείνη δε η ευλογημένη έριχνε στο κεφάλι της ένα καταμπαλωμένο ρούχο και με εκείνο έκανε πάντοτε τις υπηρεσίες της.
Δεν την είδε ποτέ καμιά μοναχή να μασά τροφή, Ούτε στην τράπεζα κάθισε καμιά φορά, ούτε ένα κομμάτι ψωμί δε την είδε καμιά να πάρει για να φάγει, αλλά έτρωγε μόνο τα ψίχουλα που καθάριζε την τράπεζα και από τα ξεπλύματα των καζανιών και των πιάτων.
Ούτε έτρωγε και κανένα άλλο φαγητό. Πάντοτε περπατούσε με γυμνά πόδια, χωρίς παπούτσια.
Ποτέ δεν γόγγυσε ούτε έβρισε, ούτε καν μιλούσε σε καμιά αδελφή, παρ’ όλο που όλες την έβριζαν και την κοροΐδευαν και πολλές φορές την κτυπούσαν μερικές άτακτες αδελφές.
Εκείνο το καιρό ζούσε ο περίφημος ασκητής Πιτηρούμ, που ασκήτευε και αγωνιζόταν εναντίον των δαιμόνων στη σκήτη Πορφυρίτης.
Σ’ αυτόν τον Όσιο φάνηκε άγγελος Κυρίου και του φανέρωσε τα κατά τη φαινόμενη σαλή παρθένο, λέγοντας του. “Τι σου φαίνεται, Πιτηρούμ; Με το να βρίσκεσαι στην έρημο αυτή νομίζεις ότι έφτασες σε μέτρα τελειότητας;
Αν θέλεις να δεις γυναίκα να σε ξεπερνά στην άσκηση και η οποία έφτασε στα μέτρα της τελειότητας, πήγαινε στο γυναικείο Μοναστήρι των Ταβεννησιωτών και εκεί θα βρεις μια μοναχή που φορεί κορώνα στο κεφάλι της.
Εκείνη λοιπόν είναι ανώτερη και αξιότερη από σένα, γιατί με το να υπηρετεί τόσο πλήθος μοναχών και παρ’ όλο που καταφρονείται απ’ όλες, δε λείπει από το στόμα της και το νου της η θεωρητική προσευχή.
Τότε σηκώθηκε ο όσιος, πήρε μαζί του τους πιο άξιους μοναχούς και πήγε στο Μοναστήρι των Ταβεννησιωτών παρθένων, οι οποίες δέχτηκαν τον Μέγα Πιτηρούμ με πολλή ευλάβεια.
Τότε πρόσταξε ο άγιος και ήλθαν μπροστά του όλες οι μοναχές, χωρίς την σαλή. Ο Όσιος όμως δεν έβλεπε αυτήν που του είχε πει ο άγγελος, και λέγει• δεν ήλθαν όλες λείπει μια.
Οι μοναχές αποκρίθηκαν και είπαν ότι όλες εδώ είμαστε, πάτερ, εκτός μιας σαλής που βρίσκεται στο μαγειρείο. Ο Όσιος λέγει• ας έλθει και εκείνη να την ιδώ.
Πήγαν και με τη βία την έσυραν και την έφεραν μπροστά στον Όσιο, ο οποίος την αναγνώρισε.
Μόλις την έφεραν και την είδε ο Πιτηρούμ στο σχήμα που του είχε πει ο άγγελος, έπεσε στα πόδια της και ζητούσε με ταπείνωση να τον ευλογήσει.
Το ίδιο έκαμε και η σαλή πέφτοντας στα πόδια του αγίου ζητούσε να την ευλογήσει φωνάζοντας, ευλόγησον με κύριε μου. Βλέποντας αυτά οι άλλες μοναχές στέκονταν άφωνες και θαύμαζαν• ωστόσο είπαν στον Όσιο: Αυτή είναι σαλή και να μην ενοχλείται από αυτήν.
Ο Όσιος απάντησε˙ σεις είστε οι σαλές, αυτή η ευλογημένη, είναι πραγματικά σοφή και αγία και δε θα μπορέσουμε να τη φτάσουμε στα μέτρα της αγιότητας. Και μακάρι να βρεθώ σαν αυτήν άξιος την ημέρα της κρίσεως.
Όταν άκουσαν αυτά οι άλλες μοναχές έπεσαν στα πόδια του αγίου και εξομολογούνταν αυτά που έκαναν στην αδελφή εκείνη.
Η μια έλεγε, εγώ την έβριζα, άλλη έλεγε, εγώ την περιγελούσα, και άλλη, εγώ πολλές φορές την έλουζα με τα ξεπλύματα των πιάτων, και άλλη εγώ της έβαζα πιπέρι στη μύτη κλπ.
Ο Όσιος δέχτηκε την εξομολόγηση τους και παρεκάλεσε και την σαλή, και τις συγχώρησε από καρδιάς. Λυπήθηκε όμως, γιατί δεν την ενοχλούσαν πλέον, αλλά την ευλαβούνταν και την τιμούσαν σαν αγία.
Για να αποφύγει τις τιμές των ανθρώπων αναχώρησε κρυφά από το μοναστήρι και δεν έμαθε κανένας που είχε πάει η που βρίσκεται.