Ερμηνεία των καταβασιών της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. (Α)
(Μητροπ. Ν. Σμύρνης, Συμεών)
Ωδή α΄ Ήχος α΄.
Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ, ἡ ἱερὰ καὶ εὐκλεής, Παρθένε μνήμη Σου, πάντας συνηγάγετο, πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς, ἐξαρχούσης Μαριάμ, μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων, τῷ Σῷ ᾄδοντας Μονογενεῖ, ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.
(Η ιερή και ένδοξη μνήμη σου, Παρθένε, στολισμένη με θεϊκή δόξα, συνάθροισε όλους τους πιστούς για να χαρούν πνευματικά. Και με επικεφαλής την Μαριάμ, με χορούς και τύμπανα, ψάλλουν προς τον μονογενή Υιό σου· γιατί δοξάστηκε σε υπέρτατο βαθμό.)
Παρθένος Μαρία, αξιούμενη από τον Θεό να γίνει μητέρα του Κυρίου, τιμήθηκε και δοξάστηκε. Με την Κοίμηση και την άνοδό της στους ουρανούς μετέχει ακόμη πληρέστερα στη δόξα του Υιού της. Είναι η Βασίλισσα των ουρανών.
Σ’ αυτήν και στην ένδοξη θέση που κατέχει «εκ δεξιών» του μονογενούς Υιού της αναφέρεται προφητικά και ο ι. Δαβίδ: «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ· 44, 10).
Επόμενο, λοιπόν, είναι και «η μνήμη» – η εορτή δηλαδή της Κοιμήσεως – της Θεοτόκου να είναι στολισμένη με θεϊκή δόξα και χάρη. Η Παναγία δεν είναι Βασίλισσα των ουρανών μόνο είναι Βασίλισσα και του κόσμου. Δοξάζεται και τιμάται στους ουρανούς από τη θριαμβεύουσα Εκκλησία και ταυτόχρονα δοξάζεται και τιμάται και στη γη από τη στρατευόμενη Εκκλησία.
Η εορτή της ενδόξου Κοιμήσεως της Παναγίας συναθροίζει όλους τους πιστούς για να την τιμήσουν και να χαρούν πνευματικά. Διότι αν τα πλήθη των ανθρώπων χαίρονται όταν εγκωμιάζονται δίκαιοι, σύμφορα με τα λόγια του Παροιμιαστού («Εγκωμιαζομένων δικαίων, ευφρανθήσονται λαοί» [29,2]), πολύ περισσότερο θα πρέπει να χαίρονται οι πιστοί όταν εγκωμιάζεται και τιμάται η Θεοτόκος, η αγιώτερη ύπαρξη ολόκληρης της κτίσεως· «η τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφίμ».
Σύμφωνα με το βιβλίο της Εξόδου, όταν οι Ισραηλίτες πέρασαν κατά τρόπο θαυμαστό την Ερυθρά θάλασσα, η Μαριάμ, αδελφή του Μωυσή και του Ααρών, «λαβούσα το τύμπανον εν τη χειρί αυτής, και εξήλθοσαν πάσαι αι γυναίκες οπίσω αυτής μετά τύμπανων και χορών, εξήρχε δε αυτών Μαριάμ λέγουσα- άσωμεν τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται» (15, 20-21).
Όπως, λοιπόν, τότε οι Ισραηλίτες έτσι τώρα και οι χριστιανοί συγκεντρώνονται με την ευκαιρία της μνήμης της Θεομήτορος και δοξολογούν τον υπερδεδοξασμένο Κύριο, τον μονογενή Υιό της Παρθένου, «μετά χορών και τυμπάνων».
Οι χοροί των χριστιανών είναι πλέον πνευματικοί. Και αντί για τύμπανα έχουν τα μέλη τους, νεκρωμένα ως προς την αμαρτία, όπως γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός· «Συν Μαριάμ τη προφήτιδι, ω νεανίδες ψυχαί, μετά τυμπάνων χορεύσωμεν νεκρούντες τα μέλη τα επί της γης· τούτο γαρ το μυστικόν τύμπανον».
Ο ποιητής μας αναφέρει μόνον την Μαριάμ που προεξήρχε των γυναικών και αποσιωπά τον Μωυσή που προεξήρχε των ανδρών. Ασφαλώς δεν το κάνει χωρίς λόγο.
Όπως εξηγεί ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, το κάνει πρώτον για να τονίσει ότι και η τιμώμενη σήμερα είναι γυναίκα και δεύτερον, «το οποίον και κυριώτερον, διότι και η τότε εξάρχουσα της Ωδής ωνομάζετο Μαριάμ, και η τώρα εξάρχουσα της πανηγύρεως ονομάζεται Μαριάμ, όπερ ερμηνεύεται Κυρία· τύπος γαρ ήτον η αδελφή του Μωϋσέως Μαριάμ κατά την παρθενίαν της Μητρός του Θεού Μαριάμ».
Ωδή γ’.
Ἡ δημιουργική, καὶ συνεκτικὴ τῶν ἁπάντων, Θεοῦ σοφία καὶ δύναμις, ἀκλινῆἀκράδαντον, τὴν Ἐκκλησίαν στήριξον Χριστέ· μόνος γὰρ εἶἍγιος, ὁἐν Ἁγίοις ἀναπαυόμενος.
(Χριστέ, Συ που είσαι η ενυπόστατη σοφία και δύναμη του Θεού, η οποία δημιούργησε και συνέχει τα πάντα, φύλαξε την Εκκλησία σταθερή και ασάλευτη. Διότι Συ είσαι ο μόνος Άγιος, που αναπαύεται στους αγίους.)
Ο Κύριός μας λέγεται και είναι σοφία και δύναμις του Θεού Πατρός· «Θεού δύναμις και Θεού σοφία», όπως γράφει ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. 1, 24). Καθώς μάλιστα παρατηρεί ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «πρέπει να προστίθεται πάντοτε ή να συνυπακούεται εις την περί του Υιού λεγομένην ταύτην σοφίαν και δύναμιν το Ενυπόστατος ή το Ζώσα, διά να δείχνεται ότι η ενυπόστατος αύτη και ζώσα Σοφία και Δύναμις, ο Υιός, δεν είναι μία ενέργεια ανυπόστατος και ένα προσόν του Θεού, αλλά υπόστασις τελεία, έχουσα και αυτή ενέργειαν, σοφίαν και δύναμιν».
Ο Χριστός, λοιπόν, η ενυπόστατη σοφία και δύναμη του Θεού, είναι αυτός που δημιούργησε εκ του μηδενός τα πάντα και παράλληλα τα συνέχει και τα συγκρατεί με την πρόνοιά Του έτσι ώστε όλα να υπάρχουν και να λειτουργούν σύμφωνα με το σκοπό και τους λόγους για τους οποίους η πανσοφία Του τα δημιούργησε.
Μετά από τη διακήρυξη αυτή που κάνει ο ποιητής για το πρόσωπο του Χριστού, τον παρακαλεί να στηρίξει την Εκκλησία «ακλινή ακράδαντον», δηλαδή να την διαφυλάξει σταθερά προσηλωμένη και απαρασάλευτα θεμελιωμένη πάνω στην αληθινή πίστη, μακριά από ταραχές και κλυδωνισμούς που προκαλούν στο εκκλησιαστικό σώμα οι αιρέσεις και τα σχίσματα.
Η κατακλείδα του ειρμού «μόνος γαρ ει Άγιος» -όπως και το ρήμα «στήριξον» που χρησιμοποίησε ο ι. Κοσμάς πιο πάνω – υπενθυμίζει ότι η παρούσα καταβασία ανήκει στην γ΄ ωδή της προφήτιδος Άννης, στην οποία αναφέρεται: «Ουκ έστιν άγιος ως Κύριος, και ουκ έστι δίκαιος ως ο Θεός ημών ουκ έστιν άγιος πλην σου» (Α΄ Βασιλ. 2, 2). Το «πλην σου» της ωδής είναι ισοδύναμο με το «μόνος» του ειρμού.
Την έκφραση «εν αγίοις αναπαυόμενος» ο υμνογράφος δανείστηκε από τον προφήτη Ησαΐα (57, 15). Ο Θεός αναπαύεται, αποκαλύπτεται και ενοικεί στους καθαρούς και αγίους.
Μόνο με την πνευματική καθαρότητα και την αγιωσύνη οι άνθρωποι αξιωνόμαστε να γίνουμε κοινωνοί της θείας φύσεως (Β΄ Πέτρ, 1, 4). Αντίθετα, όσο παραμένουμε υπό την κυριαρχία των παθών, δούλοι της πολυειδούς ακαθαρσίας (Ρωμ. 6, 19· Εφ. 4, 19), είναι αδύνατον να ενοικήσει ο Θεός στην καρδιά μας· «Ενωθήναι δε την ανωτάτω εκείνην και υπέρ νουν καθαρότητα μεμολυσμένη φύσει των αδυνάτων υπήρχεν εν γαρ τούτο μόνον Θεώ αδύνατον, συνελθείν ακαθάρτω πριν καθαρθήναι προς ένωσιν».
Ωδή δ’.
Ῥήσεις προφητῶν καὶ αἰνίγματα, τὴν σάρκωσιν ὑπέφηναν, τὴν ἐκ Παρθένου Σου, Χριστέ, φέγγος ἀστραπῆς Σου, εἰς φῶς ἐθνῶν ἐξελεύσεσθαι· καὶ φωνεῖ Σοι ἄβυσσος, ἐν ἀγαλλιάσει· Τῇ δυνάμει Σου δόξα Φιλάνθρωπε.
(Οι προρρήσεις των προφητών και οι προτυπώσεις υποδήλωναν, Χριστέ, την ενσάρκωσή Σου από την Παρθένο και ότι η λάμψη της θείας παρουσίας Σου θα εξέλθει σαν αστραπή για να φωτίσει τα έθνη.
Και τα πλήθη των εθνικών που φωτίστηκαν Σου φωνάζουν με αγαλλίαση: Δόξα αρμόζει, Φιλάνθρωπε, στη δύναμή Σου.)
Το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφεται κατά τρόπο μυστικό η ιερή ιστορία είναι η προσδοκώμενη σάρκωση του Θεού Λόγου. Σ’ αυτήν αναφέροντο οι προρρήσεις των Προφητών.
Την ενανθρώπηση του Κυρίου και γενικότερα ολόκληρο το απολυτρωτικό Του έργο προεικόνιζαν οι λεγόμενοι τύποι και τα αινίγματα της Παλαιάς Διαθήκης· δηλαδή πρόσωπα, γεγονότα και πράγματα, τα οποία, πέρα από τον ιστορικό τους χαρακτήρα, υποδήλωναν κατά σκιώδη και αινιγματικό τρόπο αλήθειες και γεγονότα της Καινής Διαθήκης.
Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Tο της ενσωματώσεως του Λόγου μυστήριον, πάντων έχει των τε κατά την Γραφήν αινιγμάτων και τύπων την δύναμιν και των φαινομένων κτισμάτων την επιστήμην»).
Αυτό ακριβώς υπογραμμίζει και o ι. υμνογράφος στον παρόντα ειρμό που αντιστοιχεί στην τέταρτη βιβλική ωδή – ύμνο του προφήτου Αββακούμ, o οποίος κατ’ εξοχήν αναφέρεται στην ενανθρώπηση του Χριστού.
Οι προρρήσεις των Προφητών και οι διάφορες προεικονίσεις υποδήλωναν τη σάρκωση του Χριστού από την Παρθένο Μαρία.
Ο προσδιορισμός «εκ Παρθένου» δεν είναι τυχαίος εδώ· ετέθη από τον ι. Κοσμά, όπως παρατηρεί ο άγιος Νικόδημος, για να φανεί ότι η εορτή στην οποία ανήκει ο ειρμός είναι εορτή της Θεοτόκου.
Ο Κύριος Ιησούς είναι το φως τού κόσμου. Ενανθρώπησε «εις φως εθνών» κατά τον Ησαΐα (42, 6), δηλαδή για να φωτίσει με το φως της ευαγγελικής διδασκαλίας Του τα διάφορα έθνη που βρίσκονταν στα σκοτάδια της αγνωσίας και της ειδωλολατρίας.
Όπως γράφει ο προφήτης Αββακούμ, «και φέγγος αυτού ως φως έσται» (3, 4). Η ένσαρκη παρουσία του Κυρίου σαν άλλη αστραπή φεγγοβόλησε τον κόσμο και φώτισε τα έθνη με το φως της αληθούς θεογνωσίας.
Ποιά είναι η «άβυσσος» που φωνάζει με αγαλλίαση προς τον Κύριο «τη δυνάμει σου δόξα, Φιλάνθρωπε»; Εν πρώτοις ας αναφέρουμε ότι και την έκφραση αυτή ο ποιητής την δανείζεται από τον προφήτη Αββακούμ (3, 10): «Έδωκεν η άβυσσος φωνήν αυτής, ύψος φαντασίας αυτής».
Άβυσσος, λοιπόν, είναι το πλήθος των εθνών που δέχτηκαν την πίστη του Χριστού και φωτίστηκαν από το φως του Ευαγγελίου Του.
Γράφει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ερμηνεύοντας τον προφήτη Αββακούμ: «Ουκούν η άβυσσος, φησί, τουτέστιν η αμέτρητος τε και ακατάληπτος των πεπιστευκότων πληθύς…, έδωκε φωνήν αυτής.
Δοξολογείται γαρ ο Χριστός παρά παντός ανθρώπων έθνους, και τούτο δρώντας προθύμως κατίδοι τις αν μικρούς και μεγάλους, λαμπρούς και ασήμους».
(Μητροπ. Νέας Σμύρνης Συμεών, «Οι Καταβασίες των Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών», εκδ. Τέρτιος, 95-102)