Ταχειά ταχειά ν’ αρχιχρονιά κι αρχή του Γεναρίου,
αύριο ξημερώνεται τ’ Αγίου Βασιλείου.
Πρώτα που βγήκεν ο Χριστός στη γη να περπατήσει,
εβγήκε και χαιρέτησε όλους τους ζευγολάτες.
Τον πρώτο που χαιρέτησε ήταν o Άγιος Βασίλης
– Καλώς τα κάνεις Βασιλειό, καλόν ζευγάριν έχεις;
-Καλό το λες αφέντη μου καλό και ευλογημένο,
που το ‘βλογά η χάρη σου με το δεξιό σου χέρι,
με το δεξιό με το ζερβό με το μαλαματένιο.
-Για πες μου Αη Βασίλη μου πόσα μουζούρια σπέρνεις;
-Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε
ταή και ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο.
Εθέρισα κι αλώνεψα κι έκαμα χίλια μόδια,
και τα κορκοσκινίσματα χίλια και πεντακόσια.
Μα τ’ άλλα δεν εμέτρησα γιατί Χριστός επέρνα,
και κειά που στάθην’ ο Χριστός χρυσόν δεντρίν εβγήκεν,
και κειά που μεταπάτησε χρυσό κυπαρισσάκι,
που ‘χε στην μέση τον σταυρό και στην κορφή την βρύση,
στα μεσοκλωναράκια του πέρδικα κακαρίζει.
-Κακάριζε κακάριζε πέρδικα κορωνάτη,
μα επά τον έχουν τον υγιό, το μοσχοκανακάρη.