Ὑπάρχει μιὰ ἁλυσσίδα ἐορτῶν ποὺ ἀναφέρονται στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ οἱ ὁποῖες ὀνομάζονται δεσποτικὲς ἑορτές. Ἀπὸ ὅλες τὶς δεσποτικὲς ἑορτές, οἱ πρῶτες τρεῖς, τῆς Γεννήσεως, τῆς Περιτομῆς καὶ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου, παρουσιάζουν τὸν Θεὸ νὰ ταπεινώνεται ὡς ἄνθρωπος, καὶ μάλιστα σταδιακὰ καὶ ὅλο καὶ περισσότερο, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὶς ἑορτὲς τῆς Μεταμορφώσεως, τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς Ἀναλήψεως, οἱ ὁποῖες φανερώνουν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Στὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, ὁ Θεὸς δέχεται τὴν ταπείνωση τῆς φύσεως μὲ τὸ νὰ ἐνδυθεῖ τὴ δική μας φύση, νὰ λάβει τὴ δική μας μορφή, νὰ ἀποκτήσει τὴ δική μας συγγένεια.
Αὐτὸ τὸ κάνει γιὰ νὰ μεταβάλει τὴ δική μας κατάσταση ἀπὸ ἀνθρώπινη σὲ θεανθρώπινη, χαρίζοντάς μας τὴ δυνατότητα τῆς θεώσεως.
Στὴν ἑορτὴ τῆς Περιτομῆς κάνει ἕνα ἀκόμη βῆμα• ὑποτάσσεται στὸν νόμο καὶ τὶς διατάξεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ λεπτομερῶς ἀναφέρονται στὰ βιβλία τοῦ Δευτερονομίου καὶ τοῦ Λευϊτικοῦ.
Ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διάθηκης ἦταν «παιδαγωγὸς εἰς Χριστὸν» (Γαλ. γ΄ 24).
Ὁ λόγος τῆς ὑπάρξεώς του καὶ τῶν διατάξεων ἦταν ἡ τήρηση καὶ ἐφαρμογή τους ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ὥστε σιγὰ-σιγὰ νὰ μπορέσουν νὰ ὀρθοποδήσουν ὕστερα ἀπὸ τὸν κλονισμὸ ποὺ προκάλεσε ἡ πτώση.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν προετοιμάσθηκαν νὰ δεχθοῦν τὸν Κύριο καὶ τὴ ζωὴ τῆς Νέας Διαθήκης. Ὑποτάσσεται λοιπὸν ὁ Κύριος στὴ διάταξη τῆς περιτομῆς ἀπὸ ταπείνωση καὶ μόνον, δίνοντας ἔτσι τὸ παράδειγμα τῆς τηρήσεως τοῦ νόμου.
Μὲ τὴ Βάπτισή Του, ὅμως, κάνει ἀκόμη ἕνα βῆμα, τὸ ὁποῖο ἂν τὸ σκεφθεῖ κανείς, εἶναι συγκλονιστικό• ταπεινώνεται σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε ἐνδυόμενος σφιχτὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση φαίνεται νὰ πλησιάζει, ἀκόμη καὶ νὰ ἐγγίζει, ὄχι ἁπλὰ τὴν ἀδυναμία ἀλλὰ καὶ τὴν πτώση της, τὴν πτώση τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας.
Ἐνῶ, δηλαδή, πλησιάζει τὸν νόμο ὡς διάταξη, τὸν πλησιάζει καὶ ὡς πτώση.
Καὶ νὰ γιατί.
Τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἦταν βάπτισμα μετανοίας, ὅπου πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι ὡς ἁμαρτωλοί, ἐξομολογοῦντο τὶς ἁμαρτίες τους, μετανοοῦσαν καὶ ἐβαπτίζοντο. Ὅταν λοιπὸν ὁ Κύριος πλησίασε τὸν Ἰωάννη, θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ διερωτηθεῖ γιὰ τὸν λόγο τῆς Βαπτίσεώς Του, τὴ στιγμὴ ποὺ ἦταν ἀναμάρτητος.
Ὁ Κύριος ὅμως δὲν βυθίσθηκε στὸ νερό, ἁπλᾶ τὸ ἀκούμπησε, ἀφοῦ «ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. γ΄ 16).
Οἱ πατέρες δικαιολογοῦν αὐτὸ τὸ «εὐθύς», ἐπειδὴ ὁ Κύριος δὲν εἶχε ἀνάγκη βαπτισμοῦ, δὲν εἶχε ἀνάγκη καθάρσεως.
Ἡ ταπείνωσή Του πλησίασε τὸν ἀκρότατο βαθμό. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ σχίζονται οἱ οὐρανοί• σὰν νὰ μὴν ἄντεχαν στὸ θέαμα, σὰν νὰ μὴν ἄντεχε ἡ φύση τὸ γεγονός, καὶ σάν, κατὰ κάποιο τρόπο, νὰ προμηνύει ὁ Θεὸς τὴ συνέχεια.
Ἀνοίγει ὁ οὐρανὸς καὶ ἀποκαλύπτεται ὁ Τριαδικὸς Θεός, ποὺ ὁμολογεῖ ὅτι ὁ βαπτιζόμενος Υἱὸς εἶναι Θεός, δὲν εἶναι ἄνθρωπος• αὐτὸ εἶναι το μήνυμα τῶν Θεοφανείων. Καὶ δὲν σχίζονται μόνο οἱ οὐρανοί, ἀλλά, ὅπως ἀναφέρουν τὰ τροπάρια καὶ τὰ ἀναγνώσματα τῆς ἑορτῆς, σχίζεται καὶ ὑποχωρεῖ ὁ Ἰορδάνης.
Ὅταν πέρασε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ μὲ τὴν Κιβωτὸ τῆς Διαθήκης τὸν Ἰορδάνη, σχίστηκε στὰ δύο (Ἰησ. Ναυῆ γ΄ 16, 17)• δὲν ἄντεξαν τὰ νερά του νὰ μὴν ὁμολογήσουν τὴν ἱερότητα τῆς Κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης.
Ὅταν πάλι ὁ Μωϋσῆς, ὁδηγῶντας τὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό, ἔφθασε στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, γεγονὸς ποὺ προεικόνιζε τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας μέσα ἀπὸ τὴν ἔρημο αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πάλι τὸ πέρασμα ἔγινε μὲ ἕναν ἀνάλογο τρόπο• χτύπησε τὴ θάλασσα, σχίστηκε στὰ δύο καὶ πέρασε ὁ λαὸς ἀπὸ μέσα (Ἐξοδ. ιδ΄ 21, 22).
Ἀλλὰ καὶ ἕνα τρίτο περιστατικὸ ἀναφέρουν τὰ ἀναγνώσματα• αὐτὸ ποὺ προηγήθηκε τῆς ἀναλήψεως τοῦ προφήτου Ἠλιού. Μὲ τὴ μηλωτή του ὁ προφήτης Ἠλίας χτύπησε τὸν Ἰορδάνη ποταμὸ γιὰ νὰ περάσει μὲ τὸν προφήτη Ἐλισσαῖο στὴν ἀπέναντι ὄχθη (Δ΄ Βασ. β΄ 8).
Καὶ δὲν ἄντεξαν τὰ φυσικὰ νερά νὰ ἀκουμπήσουν αὐτὴ τὴν ὑπερφυσικὴ ἀλλὰ ἀνθρώπινη παρουσία τῶν προφητῶν, οὔτε κἂν τὴ μηλωτή, τὸ πανωφόρι τοῦ προφήτου Ἠλιού.
Πῶς λοιπὸν ἦταν δυνατὸ αὐτὰ τὰ νερὰ νὰ μὴν ἀποτραβηχθοῦν κατὰ ἀνάλογο τρόπο καὶ στὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου; Ἂν ἔρχονταν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ σῶμά Του, θὰ ὁμολογοῦσε ἡ φύση τὴ συγγένεια τοῦ ἀναμάρτητου Θεοῦ μὲ τὴν πτώση καὶ τὴν ἁμαρτία.
Τὰ δύο αὐτὰ γεγονότα, ἡ διάνοιξη τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἡ ὑποχώρηση τῶν ὑδάτων τοῦ Ἰορδάνη ἀποτελοῦν ἀναπαραστάση τοῦ γεγονότος τῆς σωτηρίας μας ποὺ ἐπιτελέσθη μὲ τὸ Βάπτισμα τοῦ Κυρίου.
Ὁ κλεισμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία οὐρανὸς ἀνοίγει καὶ ὁ ποταμὸς τῆς πτώσεως καὶ τῆς ἁμαρτίας ὑποχωρεῖ γιὰ νὰ περάσει ἡ χάρις. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅλα τὰ ἀναγνώσματα μιλοῦν γιὰ τὸ νόμο καὶ τὴ χάρη.
Λέει τὸ δογματικὸ θεοτοκίο τοῦ β΄ ἤχου: «παρῆλθεν ἡ σκιὰ τοῦ νόμου τῆς χάριτος ἐλθούσης…», ἔφυγε ὁ νόμος καὶ μπαίνει πλέον ἡ χάρις στὸν ὁρίζοντα τῶν σχέσεών μας μὲ τὸν Θεό.
Ἂς ἀνανεώσουμε κι ἐμεῖς φέτος τὸ δικό μας βάπτισμα. Τὴν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς μας, λάβαμε τὴ χάρη τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου κι ἔτσι γιὰ ὅλους μας ἄνοιξε ὁ οὐρανὸς καὶ σχίσθηκε ἡ γῆ. Τὸ βάπτισμά μας ἀποτελεῖ ἕνα προσκλητήριο πνευματικῆς ζωῆς.
Μπορεῖ πλέον ὁ καθένας μας νὰ γίνει οὐράνιος ἄνθρωπος. Παρὰ τὸ ὅτι φέρει τὰ στίγματα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πτώσεως ἐπάνω του, μπορεῖ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, μέσα ἀπὸ τὴν διάβαση τῶν μυστηρίων τῆς χάριτός Του, νὰ διασχίσει τὸν ποταμὸ αὐτῆς τῆς ζωῆς καὶ νὰ κατευθυνθεῖ πρὸς τὸν Θεό.
Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας• νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός, τέτοιες μέρες νὰ ξαναθυμηθοῦμε τὸ βάπτισμά μας καί, ἀναβαπτιζόμενοι στὴν πνευματικὴ κληρονομιὰ ποὺ πήραμε μὲ αὐτό, νὰ μπορέσουμε νὰ ἀντικρύσουμε ἀνοικτοὺς τοὺς οὐρανούς, νὰ ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατρός, νὰ προσκυνήσουμε τὸν Κύριο, νὰ ζήσουμε τὴ χάρι τοῦ ἁγίου Πνεύματος κι ἔτσι ὅλοι μαζὶ νὰ περάσουμε ἀπὸ τὸ πέλαγος καὶ τὴ θάλασσα αὐτοῦ τοῦ κόσμου στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν.
Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος