«Μεταμορφώθηκε, λοιπόν, μπροστά τους», δείχνοντάς τους ὅτι ἔτσι «θὰ μετασχηματίσει κάποτε τὸ ταπεινὸ σῶμα μας, καθιστώντας το σύμμορφο μὲ τὸ ἔνδοξο σῶμα Του».
«Καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό Του σὰν τὸν ἥλιο καὶ τὰ ροῦχα Του ἔγιναν λευκὰ σὰν τὸ χιόνι».
Ὄχι ὅτι τὰ παραβάλλει μὲ τὸν ἥλιο ἤ τὸ χιόνι (πῶς μπορεῖ νὰ τεθεῖ σὲ σύγκριση τὸ ἀσύγκριτο;), ἀλλ’ ἐπειδὴ στὰ ὑλικὰ πράγματα δὲν ὑπάρχει λαμπρότερο τοῦ ἥλιου καὶ λευκότερο τοῦ χιονιοῦ, θέλοντας ἀναλογικὰ νὰ παραστήσει τὴν ὑπερβολὴ τοῦ φωτὸς καὶ τῆς λαμπρότητας, μὲ πράγματα οἰκεῖα σὲ μᾶς σχηματίζει τὴν εἰκόνα.
Ἥ δὲ ἔλλαμψη τῶν ἐνδυμάτων Του δηλώνει τὴν μεταλλαγὴ τῶν σωμάτων μας.
Πράγματι, ἐμεῖς γίναμε γι’ Αὐτὸν ἔνδυμα, ἐφόσον περιεβλήθη τὴν σάρκα μας. Ἴσως μάλιστα τὸ μὲν πρόσωπό Του, πού ἔλαμψε σὰν τὸν ἥλιο, συμβολικῶς ὑπαινίσσεται τὸ δικό Του σῶμα, τὰ δὲ ἐνδύματά Του, λευκὰ σὰν χιόνι, συμβολίζουν ὅσους δι’ Αὐτοῦ καθαίρονται μὲ τὴν μεταμορφωτικὴ καὶ ἀλλοιώτικη δύναμή Του.
Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ παρομοιάζεται μὲ χιόνι τὸ ἔνδυμα, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸ μεταποιούμενο καὶ ἐξαερούμενο ἔγινε ἀπὸ νερὸ χιόνι.
Καὶ ὅσον ἀφορᾶ στὸ ὅτι ἔνδυμά Του ἔγινε αὐτὴ ἡ φύση μας, δίχως νὰ χάσει τὰ ἰδιώματά της, ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἠσαΐα πού παρουσιάζει τὸν Θεὸ νὰ τοῦ λέει: «Ζῶ ἐγώ, λέγει ὁ Κύριος, καὶ ὅλους αὐτοὺς θὰ ἐνδύσει καὶ θὰ τοὺς στολίσει, ὅπως στολίζεται ἡ νύφη».
Άγιος Αναστάσιος Αντιοχείας