Το Ολοκαύτωμα τῆς Μονῆς Αρκαδίου (9 Νοεμβρίου 1866)

(Ἀπὸ λόγον τοῦ Ἐθνικοῦ Κυβερνήτου ἐκφωνηθέντα εἰς τὸ Ἀρκάδι τῆς Κρήτης τὴν 8-11-36, ἐπέτειον τοῦ ὁλοκαυτώματος).

«Ἤξευραν, ὅτι δὲν ἠμποροῦσαν νὰ νικήσουν καὶ ἀπεφάσισαν ν’ ἀποθάνουν καὶ ἀπέθανον ὅλοι μὲ τὰς γυναῖκας των καὶ τὰ παιδιά των. Τοὺς εἶχεν ἐγκαταλείψει ὁ κόσμος ὅλος. Τὰ κράτη τὰ χριστιανικὰ δὲν ἐνδιεφέροντο δι’ αὐτούς.

Τὸ ἐλεύθερον Βασίλειον δὲν ἦτο ἕτοιμον νὰ δώσῃ καμίαν κρατικὴν βοήθειαν.
Ηλθαν ἐδῶ, μαζὶ μὲ τοὺς Κρῆτας ὁπλαρχηγούς, ἐθελονταὶ καὶ παιδιὰ τοῦ Μωριᾶ καὶ τῆς Ρούμελης καὶ ναῦται καὶ πλοῖα, ἀλλὰ μόνοι των, διότι τὸ Κράτος τὸ ἑλληνικὸν δὲν ἦτο ἕτοιμον.

᾽Επὶ πλέον ἔβρεχε ραγδαίως. ᾽Εμαίτετο ἡ καταιγίς. Βοήθεια αὐτὰς τὰς ἡμέρας ἀπὸ τὴν Κρήτην δὲν ἠδύνατο νὰ τοὺς ἔλθῃ.

Ἡ λογικὴ τοὺς εἶπε: ᾽Εγκαταλείψατε αὐτὸν τὸν τόπον καὶ πηγαίνετε μέσα εἰς τὰ βουνά. Ἀλλὰ τί δουλειὰ εἶχεν ἡ λογικὴ ἐμπρὸς στὸν ἡρωισμό; Δὲν ἤκουσαν τίποτε καὶ εἶπαν ἐκεῖνο, ποὺ ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρχαῖοι Σπαρτιᾶται: «᾽Εδῶ εἴμαστε, ἐδῶ θὰ μείνωμε, ἐδῶ θ’ ἀποθάνωμε».

Καὶ ἀπέθαναν ὅλοι. Ἄν ἐγλίτωσαν ὀλίγοι ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, ἦτο θαῦμα. ᾽Επολέμησαν τρεῖς ἡμέρας. Οἱ στρατοὶ τοῦ Σουλτάνου ἦσαν πολὺ ἰσχυρότεροι ἀπὸ αὐτούς. Εἶχαν πυροβολικόν, ἀλλ’ ἔφεραν καὶ ἄλλα πυροβόλα ἀπὸ τὸ Ρέθυμνον.

Αὐτοὶ δὲν εἶχαν παρὰ τὰ λιανοντούφεκα. Ἀλλὰ εἶχαν τὴν ψυχὴ ἀνδρική, ψυχὴ ἑλληνική, ἡ ὁποία ἂν καμιὰ φορὰ λησμονῇ, τουλάχιστον εἰς αὐτὰς τὰς περιστάσεις θυμᾶται ποιὸ εἶναι τὸ καθῆκον της.Κρῆτες καὶ ῞Ελληνες τῆς Παλαιᾶς ῾Ελλάδος μαζὶ ἀδελφωμένοι ἀφῆκαν ἐδῶ τὰ κορμιά των καὶ ἐπάνω ἀπ’ αὐτὰ ἦτο ὁ σταυρός.

Τὸν ἐκρατοῦσεν ὁ ἡγούμενος Γαβριήλ. Δὲν ἐχωρίσθη ποτὲ ἡ ὀρθόδοξος Πατρίδα μας. Ὁ Γαβριὴλ πεθαίνοντας ἀφῆκε τὴν παραγγελίαν εἰς τὸν Γιαμπουδάκη, ὅταν μποῦν οἱ ἐχθροὶ, νὰ τινάξῃ τὴν πυριτιδαποθήκη.

Καὶ ὁ Γιαμπουδάκης τὴν ἐτίναξεν. ῎Επεσαν οἱ τοῖχοι τῆς Μονῆς ἐπάνω ἀπ’ αὐτούς, ἐπάνω ἀπὸ τὰ γυναικόπαιδα, ἀλλὰ καὶ ἐπάνω ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Χιλιάδες ἐσκοτώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς αὐτὰς τὰς ἡμέρας.

Ἀλλ’ αὐτὸ δὲν εἶναι τίποτε ἐμπρὸς στὴν παντοτινή, τὴν αἴδιον* δόξαν, ποὺ περιεκάλυψε τοὺς ἥρωας τοῦ Ἀρκαδίου.

Αὐτὸ ἔδωσε ψυχὴν εἰς ὅλην τὴν ἄλλην Κρήτην καὶ ἐβάσταξε τὸν ἀγῶνα τρία χρόνια ἀκόμη μὲ ὅλον τὸν κόσμον ἐναντίον της.

Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ἀγῶνος αὐτοῦ δὲν ἦτο ἐκεῖνο ποὺ οἱ Κρῆτες καὶ οἱ ῞Ελληνες οἱ ἄλλοι τῆς Παλαιᾶς ῾Ελλάδος ἐπερίμεναν, ἦτο ὅμως τὸ βάθρον, ἐπάνω εἰς τὸ ὁποῖον ἐπάτησαν, διὰ ν’ ἀναβοῦν εἰς νέους ἀγῶνας, ἀκόμη ὑψηλότερα.

Καὶ ἡμεῖς ἔχομεν ἀγώνας ἐμπρός μας. Δὲν βλέπω πολεμικούς. ᾽Ημπορεῖ καὶ αὐτοὶ νὰ ἔλθουν μίαν ἡμέραν. Ἀλλὰ ἔχομεν ἀγώνας ἐθνικούς. ῎Εχομεν ν’ ἀναβιώσωμεν καὶ ν’ ἀναδείξωμεν τὸν τόπον μας.

Ἄς εἶναι παράδειγμα γιὰ μᾶς οἱ ἥρωες τοῦ Ἀρκαδίου. Πρέπει νὰ δείχνῃ καθένας ἀπόφασιν καὶ θέλησιν μέχρι τέλους καὶ ν’ ἀποφασίση νὰ ταφῆ κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια, διὰ νὰ νικήσῃ. Μόνον ἔτσι γίνονται τὰ ἔθνη. Καὶ αὐτὸ τὸ παράδειγμα πρέπει νὰ εἶναι μπροστά μας αἰώνια.

Ἡμεῖς θὰ εὐχαριστήσωμεν τοὺς ἥρωας, ποὺ μᾶς ἔδωσαν αὐτὸ τὸ παράδειγμα μὲ μιὰ φωνή.

Αἰωνία των ἡ μνήμη!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ