Τατιάνα Γκορίτσεβα
Η Εύα, η βοηθός του Αδάμ, ενώ ήταν ακόμη απείραχτη, έδειξε εν τούτοις ανυπακοή΄ έτσι επέσυρε τον όλεθρο στον εαυτό της και σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, ενώ η Μαρία η μεμνηστευμένη και παρθένος δέχθηκε για τον εαυτό της και για όλο το ανθρώπινο γένος την σωτηρία δια του Ιησού Χριστού. Η Εύα και η Μαρία.
Η αυθαιρεσία ήταν το παρελθόν μας. Η εικόνα της Εύας και όλων των θεαινών της ειδωλολατρείας: της Αστάρτης, της Ίσιδος, της Δήμητρας που ενσαρκώνουν τις σκοτεινές δαιμονικές δυνάμεις λησμονήθηκε και έσβησε κάτω από το φώς της ευαγγελικής απλότητος΄ έλυωσε, μαράθηκε και ωχρίασε ενώπιον της μακαρίας εικόνας της μητέρας του Θεού.
Για την Παναγία μας είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κανείς. Οι άγιοι Πατέρες όμως μας περιγράφουν την πάναγνον Παρθένον με την “αποφατική μέθοδο”΄αναφέρουν δηλ. εκείνα, τα οποία απουσιάζουν απ΄ Αυτήν:” καμμία σκληρότης δεν υπήρχε στο βλέμμα της, καμμία αυθαιρεσία στα λόγια της, καμμία απερισκεψία στις ενέργειές της, καμμία αδυναμία στον βηματισμό της, καμμία αναίδεια στη φωνή της΄ η άδολη διαγωγή της εφανέρωνε την πλήρη μορφή της ειλικρίνείας της. ( Άγ. Αμβρόσιος Μεδιολάνων).
Δεν είναι εύκολο να περιγραφεί η τέλεια απλότητα και η Μητέρα του Θεού μας είναι η τέλεια απλότητα.
Για να την μιμηθεί κανείς πρέπει να απαρνηθεί κάθε φιλαυτία, κάθε θεατρική εκδήλωση του εαυτού του, η οποία θέλει να παριστάνει συνήθως την απόδειξη μιας “έντονης” και γεματης ζωής.
Η Μητέρα του Θεού άλλαξε εκ θεμελίων όλες τις παλαιότερες έννοιές μας. Μέσα της, στην εσωτερική της ησυχία, σαρκώθηκε το τέλειο Πρόσωπο. Η σιγή της, η σιγή του εσωτερικού ανθρώπου, αντήχησε στην ιστορία ευγλωττότερα από τις γλώσσες των ανθρώπων και των Αγγέλων. Είναι η προσωποποίηση της σοβαρότητος και της νηφαλιότητος. Μας διδάσκει το ύψος που είναι ταυτόχρονα συγκεκριμμένο και ελεύθερο από κάθα έπαρση και οίηση.
Η Θεοτόκος είναι ο πρώτος εξ ολοκλήρου τεθεωμένος άνθρωπος. Στο πρόσωπό της για πρώτη φορά πραγματώθηκε η διατύπωση των αγίων Πατέρων: ο Θεός ενηνθρώπησε για να θεωθεί ο άνθρωπος. Στο πρόσωπό της ενώθηκαν χαρισματικά το θάρρος και η ταπείνωση.
Το θάρρος! Πόσο σημαντική είναι η έννοια αυτή για μας, τους δημιουργικούς ανθρώπους!Η εμπειρία όμως της περασμένης μας ζωής, μας έδειξε ότι το θάρρος χωρίς το Θεό, εκφυλίζεται σε θράσος και υστερική έπαρση.
Και κάτι χειρότερο: το θάρρος που καλλιεργούσαμε μέσα μας χωρίς όρους και όρια μας έκανε στα ίδια μας τα μάτια ημιδημιουργούς και ημιθέους. Και η εκδίκηση για ένα τέτοιο θάρρος ήταν η ερήμωσή μας, το αίσθημα της απελπιστικής μοναξιάς.
Όταν γίναμε χριστιανοί, τότε καταλάβαμε ότι το μόνο σταθερό στήριγμα του θάρρους είναι η ταπείνωση. “Η ταπείνωση είναι μεγάλη δύναμη”, λέγει ο Ντοστογιέφσκυ. Για την αλήθεια των λόγων του αυτών πεισθήκαμε από την προσωπική μας εμπειρία. Μόνο η ταπείνωση μας έκανε άφοβες.
Ο μεγάλος πνευματικός Παίσιος Βελιτσκόβσκυ αποκαλεί τον μοναχό “μάρτυρα της καθημερινότητας”. Και, επειδή στην ορθοδοξία δεν υπάρχει διαφορά του μοναχισμού και του εγκοσμίου βίου, τούτο σημαίνει ότι και ο κάθε χριστιανός οφείλει να αυξάνει στην τελειότητα μέσα από την πεζότητα της καθημερινής ζωής.
Πώς κατορθώνεται αυτό; Πάλι η Μητέρα του Θεού είναι εκείνη, της οποίας η τελεία υπακοή μας δείχνει τον δρόμο. Η εικόνα του σώματος, ως ναού του αγίου Πνεύματος, φανερώνει πόσο μεγάλη σημασία προσδίδει ο Θεός σε κάθε τί σωματικό από την κτίση Του. Σαν επακόλουθο αυτού μας αποκαλύφθηκε η αρετή της αγνότητος, της ωρίμου αγνότητος.
Παλαιότερα περιφρονούσαμε την ηθική, διότι δεν είχαμε αντιληφθεί την βάση της. Εν τω μεταξύ κατανοήσαμε ότι όλα τα αμαρτήματα, συμπεριλαμβανομένου και του αμαρτήματος της σαρκικής ατιμώσεως, ασελγείας, και εκλύσεως, δεν αποτελούν κάποια εφευρήματα. Η αμαρτία είναι φαινόμενο “οντολογικό”!
Η κάθε αμαρτία χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό και από τον εαυτό του και επιφέρει τον θάνατο. Ώ, πόσο καταλαβαίναμε πιά, μετά την επιστροφή μας, τί σημαίναι η σωφροσύνη και η αγνεία!
Πόσο μάθαμε να την εκτιμούμε εμείς που ζούσαμε παλαιότερα σύμφωνα με τον Εγελιανό νόμο, ο οποίος διεκήρυττε ότι η σωφροσύνη δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η αφανέρωτη ασωτία.Τώρα πιά αναζητούσαμε την μακαριότητα των “καθαρών τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται” ( Ματθ.5,8).
Στις ευαγελικές εντολές πρέπει να ανοιχθούμε με ενθουσιασμό και ολοκληρωτικά, ταυτοχρόνως όμως πρακτικά και νηφάλια, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ζούμε στην εποχή της” γενετήσιας επαναστάσεως”, όταν σε όλους επιτρέπονται τα πάντα και όταν η ηθική χλευάζεται και θεωρείται τρελλομανδύας από το οπλοστάσιο του μεσαιωνικού ασκητισμού (εδώ αναφέρεται στα συμβαίνοντα στην Σοβιετκή ένωση επί κομμουνιστικού καθεστώτος, όπως και σε άλλα σημεία του παρόντος κειμένου).
Όπως και προ δυο χιλάδων ετών, έτσι και σήμερα, οι εντολές των Μακαρισμών έχουν όλη την αξία και την πληρότητά τους.
Η αμαρτία παραμένει αμαρτία, ενώ η αγιότης απαιτεί, όπως και παλαιότερα, να κάνουμε ό,τι μπορούμε: “Έσεσθε ούν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν ουρανοίς τέλειος εστίν”. (Ματθ.5,48).
Η Θεοτόκος έθφασε πρώτη στην τελειότητα και με αυτό δεν απομακρύνθηκε από εμάς ούτε έγινε πιο απρόσιτη. Η προσκύνηση της Θεοτόκου στην Ορθοδοξία δεν παρεξέκλινε ποτέ σε ρομαντισμό ή ακόμη χειρότερα, σε συναισθηματισμό,όπως συνέβαινε κατά καιρούς στη Δύση.
Από τις ρωσικές εικόνες μας κοιτάζει αυστηρά και κάπως αποξενωμένα, τόσο ζωντανή αν και όχι εκ του κόσμου τούτου. Όταν ενώνεσαι μαζί της στην προσευχή, το πρόσωπό της ζωηρεύει με έναν απερίγραπτο και θαυμάσιο τρόπο και σε κοιτάζει με βλέμμα θωπευτικό.Νάτην που σχεδόν χαμογελά και κοιτάζει ελεύθερα και ιλαρά.
Η ίδια εκείνη που ερχόταν στους Ρώσους αγίους, επισκέπτεται τις απλές γυναίκες της Ρωσίας και φέρνει μαζί της την παρηγοριά. Γνωρίζω πολλές περιπτώσεις τέτοιας απροσδοκήτου και θαυμαστής παρηγοριάς. Στα ρωσικά μοναστήρια μπορεί ν΄ ακούσει κανείς πολλές διηγήσεις για την σταθερή και ενεργό παρουσία της Θεοτόκου στην ρωσική ζωή.
Η Μητέρα του Θεού είναι πιο κοντα μας απ΄ό,τι εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας και ταυτοχρόνως έχει ανυψωθεί πάνω από κάθε ιδεώδες, υπεράνω των αγγέλων και των Χερουβείμ.
Η Εκκλησία και η Υπεραγία Θεοτόκος συνδέονται μεταξύ τους στενότατα. Η Εκκλησία είναι το μυστικό Σώμα του Χριστού΄ η Θεοτόκος το “σκήνωμα του Θεού Λόγου”, ” τα άγια των αγίων”.
Η Εκκλησία του Χριστού απαστράπτει με την λευκότητα των ενδυμάτων της΄ είναι ο ουρανός επί γης, ο επανακτηθείς παράδεισος. “Χαίρε παραδείσου θυρών ανοικτήριον”. Στην ψαλμωδία της Εκκλησίας μας είναι συνυφασμένη, κατά τρόπο παράδοξο, η απέραντη νοσταλγία του χαμένου παραδείσου και η υπερφυής χαρά της εν προσευχή παρρησίας, της φανερώσεως της Εκκλησίας ως παραδείσου.
Η Θεοτόκος φανερώθηκε σε μας, όταν είμαστε χαμένες, όταν βρισκόμαστε σχεδόν στην κόλαση. Την αποκαλούν αμαρτωλών σωτηρία. Σωτηρία αυτών που έχουν χαθεί οριστικά και χωρίς ελπίδα.
Στην κόλασή μας, Εκείνη μας απεκάλυψε τον Παράδεισο, μας οδήγησε στην Εκκλησία. Βγάζοντας την παλαιά μας ενδυμασία θα είχαμε πνιγεί από την φρίκη και την ερημιά, αν δεν εβλέπαμε τους εαυτούς μας ως μέλη ενός νέου σώματος.
Ο Χριστός όχι μόνο σώζει τους αμαρτωλούς δια της λυτρωτικής του θυσίας, αλλά τους προσλαμβάνει στο Σώμα Του, τους ανακερνά μέσα στον εαυτό Του. Σε κείνον, ο οποίος θα απελευθερωθεί από το παλαιό σαρκικό φρόνημα ο Χριστός του χαρίζει το σώμα της αγίας του Εκκλησίας.
Εμείς είμαστε ευτυχισμένες, διότι βρήκαμε την Εκκλησία και κληθήκαμε να συμμετέχομε σ΄ Αυτή, ώστε και μέσω των ρωσίδων γυναικών να πραγματοποιείται η αιωνία αυτοφανέρωσή Της.
Την Υπεραγία Θεοτόκο την αποκαλούν σε μας και “απροσδόκητη χαρά”, διότι και η ζωή μας μέσα στην Εκκλησία δεν είναι ένα δικαίωμα, αλλά ένα παντοτινό θαύμα, μία απροσδόκητη και όχι αξιόμισθη ευδαιμονία.